Μια εκ των σημαντικότερων παραμέτρων, απόρροια του πολέμου στην Ουκρανία, είναι η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης. Εν μέσω των συγκρούσεων, ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε στον Γερμανό Καγκελάριο, ότι θα υπάρξουν κυρώσεις στην εταιρεία που επιβλέπει την κατασκευή του Nord Stream 2, βάζοντας τέλος ουσιαστικά στην υλοποίηση του εν λόγω αγωγού. Ωστόσο, εκτός της αύξησης των εξαγωγών αμερικανικού σχιστολιθικού αερίου προς την Ευρώπη, η Διοίκηση Μπάιντεν επιχειρεί να ρίξει τις αυξημένες τιμές πετρελαίου, που προκλήθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία και θα απέφεραν σημαντικά κέρδη σε μία πετρελαιοπαραγωγό χώρα όπως η Ρωσία, αναζητώντας ευήκοα ώτα…στο Καράκας και στην Τεχεράνη!
Μία αύξηση στην προσφορά του πετρελαίου θα έριχνε την τιμή του, γεγονός που θα προσέφερε άλλο ένα όπλο στην φαρέτρα της Ουάσινγκτον, στην πολυμέτωπη αντιπαράθεσή της με την Μόσχα. Ενδεικτικό είναι ότι η Διοίκηση Μπάιντεν εδώ και δύο μήνες άρει μονομερώς κάποιες εκ των επιβεβλημένων στο Ιράν κυρώσεων, ως ένδειξη καλής πίστεως, με στόχο την επιστροφή αυτού στη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες από την Διοίκηση Τραμπ και ύστερα είναι προσηλωμένες στην ανάσχεση της Κίνας. Κράτη κλειδιά σε αυτήν την εξίσωση είναι η Ρωσία και το Ιράν, από τα οποία η ενεργοβόρος Κίνα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό, όπως μαρτυρούν και οι μεταξύ τους συμφωνίες διάρκειας 30 και 25 ετών αντίστοιχα. Η Διοίκηση Τραμπ προκειμένου να αποτρέψει έναν ενδεχόμενο σχηματισμό που θα περιελάμβανε αυτά τα κράτη, επέλεξε την επιβολή βαρύτατων κυρώσεων στο Ιράν, περιθωριοποιώντας το, την ομαλοποίηση των σχέσεων με τη Ρωσία και την σταθερότητα στη Μ. Ανατολή μέσω των Συμφωνιών του Αβραάμ, μεταξύ ΗΑΕ, Ιορδανίας και Ισραήλ. Επιπροσθέτως, ενθαρρύνοντας την πρωτοβουλία για την κατασκευή του East Med, αναβαθμίστηκαν οι σχέσεις Ελλάδος – Κύπρου με Ισραήλ και Αίγυπτο, προσφέροντας μία ενεργειακή εναλλακτική στην Ευρώπη, παρακάμπτοντας την Τουρκία.
Στον αντίποδα, η Διοίκηση Μπάιντεν, επέλεξε να περιθωριοποιήσει την Ρωσία και να προσεταιριστεί το Ιράν, στη προσπάθειά της να ανασχέσει την Κίνα. Το πληγωμένο γόητρο των Ηνωμένων Πολιτειών λόγω της αποχώρησης (με τον τρόπο που αυτή έγινε) από το Αφγανιστάν, δοκίμασαν να “τεστάρουν” τόσο η Ρωσία με την εισβολή στην Ουκρανία, όσο και το Ιράν με την ρίψη βαλλιστικών πυραύλων κοντά σε Αμερικανικό Προξενείο στο Βόρειο Ιράκ. Μία ενδεχόμενη αντικατάσταση της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης από εκείνη με την Ρωσία, σε μία από το Ιράν θα ήταν ολέθρια επιλογή, καθώς σε ένα τέτοιο σενάριο, η Ευρώπη θα βρίσκονταν όμηρος, ενός κράτους που έχει έμπρακτα στηρίξει τα ισλαμιστικά κινήματα κατά την Αραβική Άνοιξη, την Χαμάς στο Ισραήλ και τους Χούθι στην Υεμένη, με απώτερο σκοπό την ανατροπή του status quo στην ευρύτερη Μ. Ανατολή και Κεντρική Ασία, σε συνδυασμό φυσικά με την απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου. Κάτι τέτοιο θα ήταν εξίσου δυσμενές και για τα ελληνικά συμφέροντα, καθώς ο αγωγός μέσω του οποίου θα μεταφέρεται το Ιρανικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο, περνά μέσω Τουρκίας, γεγονός που θα αναβάθμιζε την τελευταία στο ενεργειακό παίγνιο.
Η αντικατάσταση του Ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν θα είναι εύκολο εγχείρημα. Η ενεργειακή αυτονομία συνίσταται στην δημιουργία ενός “ενεργειακού καλαθιού”, δηλαδή στην – κατά το δυνατόν – πληθώρα επιλογών μεταξύ διαφορετικών μορφών ενέργειας, ελαχιστοποιώντας τον βαθμό εξάρτησης από μία και μόνο μορφή. Ωστόσο, για να συμβεί αυτό, πρέπει η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία να εγκαταλείψει τις ιδεοληπτικές προσκολλήσεις, – που υπαγορεύουν φόρο άνθρακα για παράδειγμα – καταδικάζοντας φτηνές μορφές ενέργειας όπως ο λιγνίτης και η πυρηνική ενέργεια. Μία ακόμη εναλλακτική δύναται να αποτελέσουν αγωγοί όπως ο EastMed, και η ενίσχυση τoυ Trans-Mediterranean Pipeline, ο οποίος μεταφέρει φυσικό αέριο από την Αλγερία σε Ισπανία και Ιταλία, ενώ μία πιθανή αύξηση της παραγωγής πετρελαίου από τις χώρες του Κόλπου – κάτι που για την ώρα δεν διαφαίνεται – θα μπορούσε επίσης να αντισταθμίσει τις απώλειες σε ένα βαθμό, σε συνδυασμό με την αύξηση της παραγωγής από χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Νορβηγία, η Δανία και η Πολωνία.
Το άνοιγμα των ΗΠΑ προς το Ιράν συνεπάγεται όμως, και την εργαλειοποίηση του εξτρεμιστικού Ισλάμ για την αποσταθεροποίηση του εγγύς περιβάλλοντος της Κίνας, δηλαδή τις τουρκόφωνες δημοκρατίες, οι οποίες τυγχάνουν να συνορεύουν με την αυτόνομη περιφέρεια που κατοικούν οι Ουιγούροι, (Μουσουλμάνοι τουρκογενείς πληθυσμοί της Κίνας) οι οποίοι διώκονται συστηματικά απ’ το κομμουνιστικό καθεστώς. Αξίζει επίσης να σημειωθεί, οτι το εξτρεμιστικό Ισλάμ αντιμετωπίζεται ως ένας πολύ σοβαρός αποσταθεροποιητικός παράγοντας από τα ολιγαρχικά καθεστώτα της Κεντρικής Ασίας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα, την πρόσφατη εξέγερση στο Καζακστάν, όπου οι τοπικές αρχές άνοιξαν πυρ κατά διαδηλωτών όταν ανάμεσά τους, ακούστηκαν οι γνωστές εξτρεμιστικές ιαχές.
Κλείνοντας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι αναθεωρητικοί δρώντες επιθυμούν τόσο την έναρξη, όσο και την διαιώνιση των συγκρούσεων, διότι έτσι θεωρούν ότι διευρύνεται το παράθυρο ευκαιρίας τους, για να αλλάξουν την υπάρχουσα ισορροπία ισχύος προς όφελός τους. Αν συνυπολογίσει κανείς, την αρέσκεια των αναθεωρητικών δυνάμεων στους συμβολισμούς, τότε δεν θα έπρεπε να προκαλεί εντύπωση ότι το Ιράν επέλεξε να χτυπήσει στο βόρειο Ιράκ, δύο μέρες μετά την ημέρα γέννησης, του εκτελεσθέντος από την Διοίκηση Τραμπ, Κασέμ Σουλειμανί. Όσο το μέτωπο στην Ουκρανία παραμένει ανοιχτό, τόσο οι αναθεωρητικοί παίκτες θα παίρνουν το μήνυμα ότι η υπάρχουσα ισορροπία είναι υπό διαμόρφωση και άρα το έδαφος πρόσφορο για ανακατατάξεις. Το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου δε, παραμένει ποιά θα είναι η αντίδραση του Ισραήλ, το οποίο έχει εξαγγείλει προληπτικό χτύπημα, εφόσον το Ιράν συνεχίσει την παραγωγή εμπλουτισμένου ουρανίου και φτάσει κοντά στην κατασκευή πυρηνικού οπλοστασίου.