Γράφει ο Μενέλαος Τασιόπουλος
Έχει χρόνο η Ελλάδα έως το 2020-2022 για να οργανώσει τη στρατηγική της ανάκαμψης και της ανασυγκρότησης της παραγωγικής βάσης της, αλλά και του κύκλου της κατανάλωσης που έχει σήμερα καταρρεύσει; Η απάντηση είναι απολύτως αρνητική. Η Ελλάδα δεν μπορεί να παραμείνει σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης για ακόμη έξι χρόνια. Ο,τι και να προβλέπουν οι μηχανισμοί των Μνημονίων και οι δανειακές συμβάσεις, όσα προαπαιτούμενα και να θέτουν οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο, δεν θα πρέπει πλέον να γίνονται αποδεκτά από τις ελληνικές κυβερνήσεις.
Η κατάσταση πολιτικής στασιμότητας που, φυσικά, κυριαρχεί δεν εμπνέει διάθεση ανατρεπτικών κινήσεων στον «ευρωπαϊκό μονόδρομο» της ύφεσης, του αποπληθωρισμού και της ανεργίας. Παράλληλα, κινήσεις όπως αυτή των συναντήσεων στο Παρίσι είναι επί της ουσίας «ψευδεπίγραφες», με επικοινωνιακούς στόχους και όχι πραγματικούς στην κατεύθυνση της αναδιάρθρωσης του χρέους ή της ανατροπής των αρνητικών δεδομένων στην Ελλάδα. Και αυτό γιατί στην ουσία συζητούν και διαπραγματεύονται οι δύο πλευρές που συναντιούνται και στην Αθήνα, από τη μία οι κυβερνητικοί και από την άλλη οι τεχνοκράτες της τρόικας. Μάλιστα, οι δύο πλευρές κινούνται στην ίδια ατζέντα που έχει επιβληθεί στην Αθήνα. Με τα ίδια προαπαιτούμενα και χρονικά περιθώρια, στο ίδιο το πλαίσιο της ευρωζώνης. Εκτιμάται ως επιτυχία και στόχος όχι μόνον του Βερολίνου ή των Βρυξελλών αλλά και της Αθήνας, το τελευταίο εκπλήσσει, η αποχώρηση του ΔΝΤ από την τρόικα και υπό την έννοια αυτή και από το ευρωπαϊκό έδαφος. Προκρίνεται μάλιστα η εξαγορά των δανείων του ΔΝΤ προς την Ελλάδα από τους ευρωπαϊκά Ταμεία και συγκεκριμένα το EFSF. Στη βάση αυτή διαφημίζεται ότι, αφού το ΔΝΤ φεύγει, έχει αρχίσει ήδη η ανάκαμψη της οικονομίας.
Ένα τεράστιο λάθος! Που αν δεν είναι εκ του πονηρού και υπαγορευμένο από το Βερολίνο για ακόμη πιο ασφυκτικό έλεγχο και παράλληλα απομάκρυνση των ΗΠΑ, που επηρεάζουν σημαντικά τη διοίκηση του Ταμείου, από το ευρωπαϊκό έδαφος, τότε είναι μια τεράστια αφέλεια της Αθήνας. Γιατί η όποια πιθανότητα να διαφύγει η Ελλάδα από τον φαύλο και καταστροφικό κύκλο της ύφεσης συσχετίζεται με την αμερικανική αντίληψη για τη διαχείριση της κρίσης και όχι την ευρωπαϊκή – γερμανική. Η Ελλάδα χρειάζεται ρευστότητα, πιο χαλαρό νόμισμα -που να είναι όμως σταθερό-, πληθωρισμό που να «ζωντανέψει» την εσωτερική αγορά, αλλά και να λειτουργήσει και υπέρ της αποπληρωμής του χρέους, ούτως ώστε αυτό να καταστεί πραγματικά βιώσιμο.
Ο σύνδεσμος της Ελλάδας με το αμερικανικό χρηματοοικονομικό και πιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ και την οικονομική φιλοσοφία της Fed, της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ, είναι το ΔΝΤ. Τυχόν αποχώρηση του ΔΝΤ από τα Ελληνικά προγράμματα αποκόπτει την Ελλάδα από τις προσεγγίσεις Λαγκάρντ και την πίεση προς την Ευρώπη από την Ουάσινγκτον για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και χαλάρωση του πλαισίου λιτότητας. Επίσης καταργεί ένα θεσμικό όργανο σύνδεσης με τις αγορές χρήματος και τα «μεγάλα σπίτια» της Γουόλ Στρητ, που σε συνθήκες απορρύθμισης των ευρωζώνης θα είναι ο πλέον ισχυρός παράγοντας ανασυγκρότησης των εθνικών οικονομιών που θα αποχωρούν από την ευρωζώνη και τη γερμανική ηγεμονία.
Η Ελλάδα θα πρέπει να διαχειριστεί την ανασυγκρότηση της οικονομίας της μέσα στην επόμενη διετία και όχι εξαετία, αφού ο γεωπολιτικός περίγυρος και οι διεθνείς συνθήκες, με τα «θερμά μέτωπα», την Τζιχάντ, τα νέα σύνορα καταρχάς στην Ανατολή, τη σύγκρουση με τη Ρωσία, την απορρύθμιση του χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος, την απειλούν με τελική χρεοκοπία.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Δημοκρατία, Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014.