Ο Κώστας Ζουράρις στο νεότευκτο εργόχειρό του «έρχομαι από μακριά» καταδεικνύει εμφατικά, την, νυν και εις το διηνεκές, εκ του σύνεγγυς ψηλαφητή σύναξη αμοιβαίας συνύπαρξης των ζώντων και των τεθνεώντων της καθ’ ημάς ελληνοπρεπούς πολιτισμικής μας παράδοσης, υπερβαίνοντας την συμβατική και θνησιγενή χρονο-ημερολογιακή καμπή του ήδη πεπερασμένου σήμερα.
Ως γνήσιος Αριστοτελικός και Πλατωνικός, άρα και σε προτελευταία ανάλυση γνήσιος Ορθόδοξος Χριστιανός, ήτοι ισόβιος νοσταλγός του Κάλλους-Αληθείας, επισημαίνει την αργόσυρτη διάρκεια του Ελληνικού Πολιτισμού, μέσα από πεζογραφήματα του Οδυσσέα Ελύτη.
Ειδικότερα δε στο εν λόγω βιβλίο, «Έρχομαι από μακριά», ο συγγραφέας ανατέμνει το καταστάλαγμα της σκέψης του Ελύτη έτσι όπως αρύεται από τα εμβριθή στοχαστικά του έργα «Ανοικτά Χαρτιά και στον Εν Λευκώ», σε διάφορο τόπο και χρόνο πλην όμως κύκλιο και ενιαίο, αναφορικά με τον Ελληνικό Πολιτισμό, ως σφυρηλατημένο βίωμα στην απτή καθημερινότητα, ως έκφανση, συμπεπηγμένο απείκασμα στον τρόπο του νοείν, άλλως θα λέγαμε ο Ελληνισμός ως βρώση και πόση.
Αποπειράται τελεσφόρως να εντοπίσει και να αναδείξει εύγλωττα την συμπύκνωση της αργόσυρτης ελληνορωμιοσύνης στο διάβα των χρόνων συγκεφαλαιώνοντας το αινιγματικό αμάλγαμα του Ελληνικού Πολιτισμού, στο διαρκές ελληνότρεπτον το Οδυσσέα Ελύτη.
Σε αυτό την μεθοδευμένη αντίστοιξη της σκέψης του Ελύτη με την Ελληνική γραμματεία καταδεικνύει τον γόνιμο συμφυρμό της ενσάρκωσης «του ιλαροτραγικού συναμφότερου» στην καθημερινή πρακτική του βίου μας, αρχής γενομένης από την αρχαία Ελλάδα έως και το σύγχρονο Ελληνικό Πολιτισμό και αυτό διότι όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «ιδρυτική στάση μας είναι η στάσιμος ταυτοκινησία, η ισοπαλία των εριζόντων»
Αληθές διότιη χωροταξία του κύκλου παράγει λόγω κατασκευής, την ομήγυρη, ίση συνθήκη παρουσίας ομιλίας, εξασφαλίσει καταστατικά την ισοπαλία, καταργώντας το εριστικό δίπολο νίκης-ήττας. Άρα και σημειολογικά αντιβαίνει στην διαρκή αμοιβαία εξόντωση και στην χωροταξική ακοινωνησία, εξ αυτού του λόγου το Ελληνικό κοινοβούλιο φέρει κύκλιο σχήμα, ανεξαρτήτως δεδηλωμένων ακόμα και δογματικά αγεφύρωτων πολιτικών διαφορών.
Ο λόγος του Κώστα Ζουράρι μέσα από το βιβλίο θεμελιώνει μία διαρκή υπόρρητη σχέση βιώματος, σου μεταλαμπαδεύει παραχρήμα μέσω του οχήματος των λέξεων την καταγωγική σου προέλευση, καθιστώντας σε αυθωρεί και παραχρήμα κοινωνό του Ελληνορθόδοξου νάματος καταργώντας το διάκενο της εκατέρωθεν μοναξιάς ανάμεσα σε ένα άψυχο βιβλίο και στον αναγνώστη αυτού.
Η διαλεκτική αυτή σχέση είναι απαράμιλλη και συναρπαστική, διότι ιδρύει έναν διαρκή διάλογο, έναν προβληματισμό και με τον ανόμοιο αυτό τρόπο του σε καλεί ταυτόχρονα, ο ίδιος ο συγγραφέας, ως άμεσο κοινωνό, να ανταμώσεις τη σκέψη του, μέσα σε ένα κύκλιο χωρο-χρόνο όπου συγγραφέας και αναγνώστης παραμένουν μαζί, αλληλοπεριχωρούμενοι, ενώ ταυτόχρονα διατηρώντας την αυτοτέλεια και τον εν τοις πράγμασι διακριτικό τους ρόλο.
Περαιτέρω ο Κώστας Ζουράρις αναφέρει ότι Ελύτης αποδίδει βαρύνουσα σημασία στην Ελληνικό Γλώσσα η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Ελληνική αυτό-αναφορικότητα και αυτοσυνειδησία στο διάβα των Χρόνων. Η Ελληνική γλώσσα συμπυκνώνει εύγλωττα τον τρόπο ζωής της φιλοσοφίας και θεώρηση των πραγμάτων και δεν συνιστά απλώς ένα συμβολικό εργαλείο, ένα συμβατικό κώδικα επικοινωνίας.
Ενδεικτικά παραθέτει τις φράσεις όπως συγγνώμη, συγχωρώ οι οποίες αναδεικνύουν μόνο από την ετυμολογία τους την απόλυτη και αμοιβαία ισότητα των ομοίων διασώζοντας την κατά αυτόν τον τρόπο το Αρχέτυπο της ισομοιρίας, το Ισόκυρον μέσα στην κοινότητα, (χαρακτηριστικά αναφέρει ο φιλόκαλος Ελύτης περί της όψεως των ήχων), κάνοντας ειδική μνεία για την καταργημένη προσωδία της Ελληνικής γλώσσας και την υποβίβασή της σε ένα συμβατικό κωδικοποιημένο εργαλείο πλήρως αποκομμένο από την ζώσα Ιλιαδορωμέικη παράδοσή μας.
Και συνεχίζει ο συγγραφέας…
«Το δίκαιο της δύναμης» που ενδέχεται ως δύναμις να είναι άδικη, η οποία όμως άδικη δύναμη παράγει άδικο. Να το τραγικό σχήμα της αργόσυρτης Ιλιαδορωμηοσύνης : « οι προύχοντες….τα μεν ηδέα καλά νομίζουσι, τα δε ξυμφέροντα δίκαια (105)» : η αργόσυρτη διάρκεια του ιλιαδορωμέηκου τραγικού με το Συναμφότερον της θεωρίας Θουκυδίδη-Ελύτη.
«Μέσα σε ένα τέτοιο πνεύμα είχα κινηθεί άλλοτε, όταν έλεγα ότι ένα τοπίο δεν είναι, όπως το αντιλαμβάνονται μερικοί, κάποιο, απλώς σύνολο γης, φυτών και υδάτων είναι η προβολή της ψυχής ενός λαού επάνω στην ύλη» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ελύτης.
Επομένως καταλήγει ο συγγραφέας λέγοντας ότι το τοπίο μεταστοιχειώνεται από την ύπαρξη του λαού, σύμβολο του οποίου είναι και η Ελληνική Σημαία, το ύπατο αυτό σύμβολο της ελευθερίας και πολιτισμικής οντότητας ενός λαού και καταλήγει χαρακτηριστικά για το ήθος της Ελληνική Γλώσσας « Η γλώσσα είναι ιδρυτικό του καθ’ ημάς τρόπου, του προσώπου μας, της ταυτότητάς μας, του καθ’ ημάς, ευδαίμον το ελεύθερον, της αδιάλειπτης ιδιοπροσωπίας μας»
Ωσαύτως, στο ίδιο μήκος κύματος όπως για την Ελληνική μας γλώσσα «Την γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική στις αμμουδιές του Ομήρου» ή άλλως «την υδρόγειον λαλιά», γίνεται μνεία στα κείμενα του Ελύτη τα οποία ο συγγραφέας επισημαίνει με ακρίβεια.
Ένα εξ αυτών είναι η σχέση μας με τον καθ’ ημάς θεό, ήτοι την «καθολική χειραψία στης Εις Άδου Κάθοδο» κατά τον Κώστα Ζουράρη σύμφωνα με την οποία, ο Χριστός μας είναι υπαρκτός και ευρίσκεται ανάμεσά μας και συνυπάρχει με εμάς και Ανασταίνεται με εμάς και δια ημάς, δεν διαχωρίζει-διχοστατεί ως ανώτερος από ημάς καθώς εμείς σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας είμαστε « οι εν σαρκί περιπολούντες θεοί» και
Συνεχίζει ο Ελύτης
«Αλήθεια εδώ η ψυχή σου νιώθει θεοσκέπαστη. Από την είσοδο της μικρής εκκλησίας αριστερά και ανάμεσα στα χρυσά φώτα και τις ψαλμωδίες, κομμάτια τέμπλου και άλλα ξυνόγλυπτα ιερά αντικείμενα, δω και εκεί, χάμου απιθωμένα. Όλος ο χρόνος, ο πριν, ο μετά, εκμηδενισμένοι, καμωμένοι αθανασία. Μυρίζει βρεμένο σώμα Ελλάδας και μητέρα πάνγλυκη.»
Εν κατακλείδι, λοιπόν ο Κώστας Ζουράρις φιλοκαλεί μετ’ ανταρσίας αναγνωρίζοντας στον Οδυσσέα Ελύτη το ζείδωρον νάμα της Ιλιδορωμιοσύνης η οποία ακτινοβολεί αφειδώς στου μύστες της καθ’ ημάς ιεροπραξίας του ιλαροτραγικού συναμφότερου αναδεικνύοντας το Ιδρυτικό Αρχέτυπο ερμηνείας του Ελληνικού Τρόπου, ήτοι το «σαφές σκοπείν» της πολυαιτιώδους ασάφειας.
Χάρης Κατσιβαρδάς
Δικηγόρος