24.8 C
Athens
Κυριακή, 28 Μαΐου 2023
spot_img

Μητρότητα, Οικογένεια, Ανεξαρτησία και όχι «Εξανδρισμός»

της Ευρυνόμης Λυμπεροπούλου

         

          Ξεκινώντας από μια φράση που προσιδιάζει σε τίτλο σχολικής έκθεσης «Η Γυναίκα σήμερα» και θέτοντας το στερεοτυπικό ερώτημα «έχει κατακτήσει η γυναίκα την θέση της στη σύγχρονη κοινωνία», δεν μπορεί κανείς παρά να γελάσει με πικρία ή να μειδιάσει με ειρωνεία, ειδικά  αν αυτός ο κάποιος είναι μια Ελληνίδα της καθημερινότητας που πασχίζει ασθμαίνοντας να ανταποκριθεί. Kαι αυτό γιατί τα κλισέ με τα οποία θα γέμιζε η σχολική έκθεση του τύπου «η γυναίκα έχει επιτύχει πολλά σε σχέση με το παρελθόν, είναι επαγγελματικά και κοινωνικά αυτόνομη» και οι εξίσου στερεοτυπικές απαντήσεις για την κατοχύρωση της θέσης της στην κοινωνία, ηχούν παράταιρες και άσχετες με την πραγματικότητα της Ελλάδας.

   Η Γυναίκα γενικά και η Ελληνίδα ειδικά, παρά τις κάποιες ευνοϊκές ρυθμίσεις για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων της (και αυτές μετά από πάρα πολύ μεγάλο αγώνα και κόπους) που εισήχθησαν στη νομοθεσία των περισσοτέρων χωρών του λεγόμενου δυτικού κόσμου τον εικοστό αιώνα, όπως η κατοχύρωση της μητρότητας στον εργασιακό χώρο (ειδικές άδειες, επιδόματα, απαγόρευση απόλυσης κατά την περίοδο εγκυμοσύνης κλπ), περνάει και τη δυσχερέστερη φάση στην ιστορία της ανθρωπότητας.

    Ίσως, κάποια (γερασμένα πια) απομεινάρια του Φεμινιστικού και μετα-Φεμινιστικού κινήματος θα αντιδράσουν εντόνως διαβάζοντας αυτές τις γραμμές: θα απορήσουν με θυμό: «μα πώς είναι δυνατόν, η γυναίκα έχει επιτέλους το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, δουλεύει όπως και ο άντρας, πολλές φορές και περισσότερο από αυτόν, έχει την οικονομική της ανεξαρτησία, έχει προωθηθεί σε ανώτερες δημόσιες θέσεις, κάνει καριέρα, δεν είναι πια κλεισμένη στο σπίτι να φροντίζει ένα «σατράπη σύζυγο» και αχάριστα παιδιά που όταν γεράσει θα την πετάξουν σε ένα γηροκομείο.

      Και επιπλέον, έχει τη σεξουαλική της ελευθερία, μπορεί να γονιμοποιεί τα ωάριά της όποτε της κάνει κέφι (ακόμη και σε μη αναπαραγωγική ηλικία) και άνευ πατέρα, χάρη στις τράπεζες σπέρματος και τους καταψύκτες γεννητικού υλικού, μπορεί να μεγαλώνει μόνη της το παιδί της, χωρίς τον «πατέρα-δυνάστη», μπορεί να παντρεύεται όποτε θέλει και να μην φοβάται ότι θα της προσάψουν τον τίτλο «γεροντοκόρη», με δυο λόγια είναι ανεξάρτητη και ελεύθερη να πράξει ο,τι θέλει και όπως το θέλει».

      Παρακάμπτεται όμως από τέτοιου τύπου νεωτερικά κινήματα τα βασικότερο γνωσιολογικό/οντολογικό ερώτημα που θέτει η Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία: «Είναι η Γυναίκα Ευτυχισμένη μέσα από τη νέα της «ταυτότητα»; Πολύ φοβούμαι πως η απάντηση είναι αρνητική. Παρά τη φαινομενική της ανεξαρτησία και ελευθερία, η Γυναίκα απώλεσε τη θηλυκότητά της και το ιερό δικαίωμα και συνάμα καθήκον της μητρότητας, αφού είναι αναγκασμένη να εργάζεται ολημερίς για να μπορεί να συντηρεί την οικογένειά της. Πλειστάκις δε, δουλεύει σε κακώς αμειβόμενες, ανθυγιεινές και ακατάλληλες για τη βιολογική της ιδιοσυστασία εργασίες.

        Από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες που δεν δημιούργησαν οικογένεια, είτε εξ επιλογής είτε συγκυριακά, ίσως να είναι και οι δυστυχέστερες όλων, αφού θα μπορούσαν να θεωρηθούν τα κατεξοχήν θύματα του παραμυθιού που τους «σέρβιρε» το Φεμινιστικό κίνημα και το σύγχρονο λάιφσταιλ της διαφήμισης και των ΜΜΕ, που ήθελε τη γυναίκα πρωτίστως καταναλώτρια των αχρήστων κατ’  ουσίαν ηδηνοθηρικών προϊόντων από το να εξελίξει την ύπαρξή της μέσα από τη δημιουργία Οικογένειας. Ουδείς ενημέρωσε τη Σύγχρονη Γυναίκα ότι η οικονομική και κοινωνική ανεξαρτησία δίχως Συνταγματικούς και απαράβατους όρους προστασίας της θέσεώς της ως κορωνίδας του Οίκου και της Μητρότητας θα οδηγήσει επί της ουσίας στον «Εξανδρισμό» της και όχι στην ανεξαρτησία της.

       Οι γυναίκες που επέλεξαν ή αναγκαστικά κατέληξαν σε αυτό το μοντέλο ζωής θεωρούν ότι αυτού του είδους η «ανεξαρτησία» είναι μια ταμπέλα που μπορεί να φοριέται εσαεί, έστω και αν μακιγιάρει την αφόρητη πλήξη και το ανικανοποίητο από μία άστατη ερωτική ζωή, την πικροχολία που το βιολογικό ρολόι αγνοήθηκε όταν χτύπησε, το μανδύα της επαγγελματικής επιτυχίας όταν κανείς και τίποτα δεν τις περιμένει στο εργένικο διαμέρισμα. Από μία ηλικία και επέκεινα όμως, όταν κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης η συνειδητοποίηση ότι η νεότητα σταδιακά εγκαταλείπει το σώμα, οι λανθασμένες επιλογές αφήνουν βαριά τραύματα στην ψυχή. Ζωή δίχως νόημα είναι αφόρητη.

    Πόσα και πόσα θύματα δεν έσπειρε στο διάβα του το διαβόητο Φεμινιστικό κίνημα…; Οι γυναίκες παρασυρμένες από την επιθυμία αποδέσμευσης από τους παραδοσιακούς δεσμούς του γάμου, της μητρότητας και του στενού περιβάλλοντος της οικίας όπου διήγαγαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους ασκώντας καθήκοντα αρχέγονα και συνδεδεμένα με τη βιολογική τους ιδιοσυστασία, παρασύρθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την υστερία του Φεμινιστικού κινήματος και των «σουφραζέτων», εν αρχή με αίτημα την παροχή πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων με προεξέχον το εργασιακό, και στη συνέχεια την απόλυτη απεξάρτησή τους από κάθε έννοια δέσμευσης, φθάνοντας ακόμη και σε σημεία εκτροπής αλλά και κατάντιας να διεκδικούν να γίνουν άνδρες στη θέση των ανδρών.

   Παρά το γεγονός ότι οι αξιώσεις τους ήταν δίκαιες και εύλογες, αφού κατ’ ουσίαν διεκδικούσαν τα δικαιώματα της αξιοπρεπούς ζωής, της ισότητας και της ελευθερίας, που αποτελούν άλλωστε πανανθρώπινα δικαιώματα ασχέτως φύλου, το φεμινιστικό κίνημα χειραγωγούμενο από πολιτικές σκοπιμότητες και εμπλουτιζόμενο με νεομαρξιστικού τύπου δογματισμούς και τεχνικές της Σχολής της Φραγκφούρτης όπως εννοιολογικές υπεραπλουστεύσεις και επινόηση όρων στους οποίους σκοπίμως αποδίδεται αρνητική χροιά ώστε στη συνέχεια να προτάσσεται σε αυτόν αντίδραση ως εκφορά «προοδευτισμού» (πχ. «σεξισμός», «σεξιστής», «αντρικός σοβινισμός»), έφθασε σε ακρότητες και ισοπέδωση κάθε έννοιας σεβασμού στην ηθική αξία της γυναίκας, όταν υποτίθεται ότι ο αγώνας του στόχευε στην αναγνώρισή της. Η γενιά των γυναικών στη χώρα μας που γεννήθηκε από τη μεταπόλιτευση και μετά, βίωσε έντονα όλους αυτούς του εισαγόμενους πειραματισμούς, που είχαν ως στόχο τη συμμόρφωση σε ένα υπερανθρώπινο πρότυπο σύγκλισης των δύο φύλων σε ένα.

      Από την αλλαγή του οικογενειακού δικαίου στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 έως τη σταδιακή εξίσωση των εργασιακών αμοιβών αντρών και γυναικών, σαφώς και έγιναν ορθά και σταθερά βήματα προς την κατεύθυνση της κατοχύρωσης της ισονομίας και της αξιοπρέπειας της γυναίκας, αλλά μέχρι ενός ορισμένου σημείου. Και αυτό είναι εκεί όπου ξεκινάει η αλλοτρίωση και η ισοπέδωση κοινωνικών ρόλων, θεσμών και δεσμών, με τελικό στόχο τη διάρρηξη της οικογένειας ως το βασικό κύτταρο της κοινωνίας.

     Αποξενώνοντας τη γυναίκα, και μάλιστα με την θέλησή της, από το ζωτικό της χώρο που είναι ο γάμος, η μητρότητα και η οικία της (καθόλου τυχαίο ότι στο δωδεκάθεο υπήρχε η Εστία, η θεά του σπιτιού και της οικογένειας και στο Χριστιανισμό η Παναγία είναι το πρότυπο της Μητέρας και η Μητέρα όλων μας), οι προπαγανδιστές της κοινωνικής αποδόμησης επέτυχαν να μεταβάλλουν τη γυναίκα σε ένα ανερμάτιστο όν που συμπεριφέρεται με αλαζονεία προς την ίδια της τη φύση, υιοθετώντας πρότυπα και στάσεις αρσενικού, άλλες φορές εκούσια και άλλες ακούσια, καθώς πρέπει να παλέψει με όλες της τις δυνάμεις σε ένα ολοένα και πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον.

    Αποτέλεσμα: η γυναίκα αργεί να παντρευτεί, αργεί να τεκνοποιήσει, δεν μπορεί καν να τεκνοποιήσει, καταφεύγει σε τεχνητές μεθόδους γονιμοποίησης (με καταστρεπτικά αποτελέσματα για την ίδια της την υγεία μεταγενέστερα), αδυνατεί να παραμείνει σε μια λειτουργική σχέση με τον άντρα, χωρίζει, μεγαλώνει παιδιά αποκομμένα από τον πατέρα τους, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να παλεύει όλο και περισσότερο για να είναι αυτάρκης, τόσο οικονομικά όσο και συναισθηματικά.

   Είναι γεγονός ότι, παρά την πρόοδο της νομοθεσίας, τα μεγαλύτερα θύματα της ανεργίας, ειδικά στη μακροχρόνια μορφή της είναι οι γυναίκες και μάλιστα οι άνω των σαρανταπέντε ετών, ενώ οι συνθήκες του κοινωνικού «αυτισμού» που επικρατούν στις σύγχρονες κοινωνίες εν πολλαπλή κρίση, όπως η ελληνική, και η ανασφάλεια, φόβος και άγχος που δημιουργούν οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες καθιστούν τις σχέσεις ιδιαίτερα δυσλειτουργικές και προβληματικές.

   Από την άλλη πλευρά, η παρέκκλιση της γυναίκας από την παράδοση και τις καταβολές της και η ισοπέδωσή της φύσης της με το δόγμα του «μονοσεξουαλισμού» δεν θα μπορούσε να μην έχει επιπτώσεις και στον οργανισμό της: ασθένειες που μέχρι πρότινος ήταν συνδεδεμένες με τους άντρες, τώρα πλήττουν και τις γυναίκες, όπως καρδιακές νόσοι και εγκεφαλικά επεισόδια, υπέρταση, προβλήματα του κυκλοφορικού, ενώ ο αποσυντονισμός των ορμονικών ρυθμίσεων του γυναικείου οργανισμού λόγω διάφορων παραγόντων (κακή διατροφή, κάπνισμα, εξωσωματική) έχει ως αποτέλεσμα  οι ίδιες της οι ορμόνες να αδυνατούν να την προστατεύσουν (πχ οιστρογόνα). Με δυο λόγια, η γυναίκα πέτυχε να γίνει άντρας, αναλαμβάνοντας τα δικά του καθήκοντα (άλλοτε επιτυχώς άλλοτε ανεπιτυχώς) ενώ, ταυτόχρονα, τον εξουδετέρωσε καταρρακώνοντας τον «ανδρισμό» του.

      Στη σύγχρονη Ελλάδα της αποδυνάμωσης της κοινωνικής συνοχής, της συρρίκνωσης του έθνους, της διάρρηξης των σχέσεων και των συλλογικών δράσεων, η Ελληνίδα ως Γυναίκα και ως Πολίτης του ελληνικού κράτους έχει στερηθεί κάθε δικαίωμα, ακόμη και αυτό στη μητρότητα, αφού συγκεκριμένες πολιτικές που επέβαλαν έχουν καταστήσει τις γεννήσεις Ελλήνων αδιανόητες(υπέρμετρη φορολόγηση, καμία κοινωνική προστασία, ανυπαρξία μέτρων στήριξης της μητρότητας και των παιδιών, κατάρρευση συστήματος υγείας και εκπαίδευσης), ενώ δεν θα λέγαμε ότι συμβαίνει το ίδιο για τις αλλογενείς αφού η Συνθήκη Δουβλίονο II τους δίδει τη δυνατότητα να επιχαίρουν προνόμια γεννήσεως σε ελληνικά νοσοκομεία μεταφέροντας ένα επιπλέον φορολογικό βάρος στους Έλληνες πολίτες.   

          Πόσα ακόμη θύματα αυτής της λογικής θα χρειασθούν για να συνειδητοποιήσει η Ελληνίδα, και ειδικά η γενιά των γυναικών που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης και της εναρμόνισής μας με εισαγόμενα πρότυπα ότι είναι βαθύτατα παγιδευμένη; Είναι θύμα αλλά και θύτης ταυτόχρονα, καθώς παρασύρθηκε στο να γίνει, εν τέλει, εχθρός του άνδρα (από το πλευρό του οποίου πλάστηκε), στα πρότυπα του συστήματος για τη δημιουργία ενός κόσμου χωρίς αισθήματα, δεσμούς και συνοχή, κατά το πρότυπο του «Νέου Γενναίου Κόσμου» του Χάξλευ.

   Η Γυναίκα δύναται να εξυψώσει την προσωπικότητά της μέσα από το γυναικείο της ήθος, που είναι η προσφορά της ως δομικό στοιχείο του αρχέγονου κυττάρου της κοινωνίας: της οικογένειας. Έχει όλη την ικανότητα να συνδυάσει την προσφορά στα κοινά και δημόσια με την προσφορά στα ιδιωτικά και οικιακά, να προτάξει το δοτικό της ρόλο έναντι του εγωκεντρισμού και της ασύδοτης ελευθεριότητας, που την οδήγησαν άλλωστε στη μοναξιά και το «μαρασμό της μήτρας», να αναδείξει το δημιουργικό της ρόλο στην κοινωνία ανασυντάσσοντας την κοινωνική συνοχή, σε μια εποχή που τα πάντα αποσυντίθενται, και αυτό μόνο μέσα από την έκφραση της ανιδιοτέλειας, γνωρίσματα κατεξοχήν της γυναικείας ιδιοσυστασίας. Οφείλει δε να διεκδικήσει τα εργασιακά εκείνα δικαιώματα που θα της επιτρέψουν να διατελεί τους πολλαπλούς ρόλους εκείνους που είναι ικανή να φέρει εις πέρας. Η διεκδίκηση του απαράβατου οκταώρου στον ιδιωτικό τομέα, τα επιδόματα μητρότητας και η γονική άδεια είναι μόνο μερικά από τα προαπαιτούμενα που θα δώσουν τη δυνατότητα στη σύγχρονη Γυναίκα να επαναπροσδιορίσει το ρόλο της αλλά και να συνδράμει σε ένα κατ’ εξοχίν εθνικό (αλλά και δυτικό) ζήτημα, εκείνου του Δημογραφικού.

    Σε ένα βαθύτερο φιλοσοφικό επίπεδο, ο κόσμος γύρω μας καταρρέει ίσως λόγω της έλλειψης αγάπης και της απανθρωπιάς που προσπαθεί να καταλάβει το ζωτικό χώρο της πρώτης, υποκινούμενη από την απληστία, την αλαζονεία, τον πόθο για εξουσία, την προσκόλληση στην ύλη και το χρήμα, την ηδονή και τη θρέψη του σαρκίου, και είναι  η σημαντικότερη ιστορική συγκυρία για’ μας τις γυναίκες να πούμε ΌΧΙ σε όλες αυτές τις χίμαιρες και τις σειρήνες του εξευτελισμού, επιστρέφοντας στις αρχέγονες (και γι’ αυτό μοναδικές) αξίες μας.

    

Ραφαήλ Α. Καλυβιώτης
Ο Ραφαήλ Α. Καλυβιώτης είναι Πολιτικός Επιστήμων, υποψήφιος Δρ. Γεωπολιτικής και απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έλαβε εξειδίκευση στην Πολιτική Επικοινωνία και Ανάλυση, ενώ έχει διατελέσει επικοινωνιακός σύμβουλος και Campaign Manager. Εργάζεται στον ναυτιλιακό κλάδο. Κατέχει δύο μεταπτυχιακούς τίτλους από το Cardiff University και το Institute of Chartered Shipbrokers με εξειδίκευση στη Ναυτιλιακή Πολιτική και στην επίλυση ναυτασφαλιστικών διαφορών. Είναι Ιδρυτής και Συντονιστής του Δικτύου Ελλήνων Συντηρητικών, είναι τακτικός αρθρογράφος στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, στην εφημερίδα Δημοκρατία και επιστημονικός συνεργάτης της μηνιαίας επιθεώρησης «Νέα Πολιτική».

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Ακολουθήστε μας

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like
0ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
752ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
7,270ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Διαφήμιση -spot_img

ΤΑ ΠΙΟ ΠΡΟΣΦΑΤΑ