Ο θάνατος του Σωκράτη[1], η καταδίκη του Δημοσθένους στην de facto αποτυχία των προτάσεων του, το περίφημο συμβάν του Κλέανδρου[2], η εκλογή του Αδόλφου Χίτλερ, είναι ελάχιστες, πλην όμως πασίδηλες περιπτώσεις αστοχίας ή πιο βαρύγδουπα σφαλμάτων από τη πλευρά του λαού. Οι πολιτικοί επιστήμονες (και όχι μόνο) συνηθίζουν να χωρίζουν τον λαό σε ομάδες για την ευχερέστερη έρευνα επ’ αυτού. Μία από αυτές τις ομάδες είναι και η «λούμπεν». Μία δημοκρατική διαδικασία δύναται να επηρεάζεται από το «λούμπεν» στοιχείο; Δια να απαντήσουμε στο ερώτημα θα ακολουθηθεί η (σωκρατική) επεξήγηση συντόμως των κρίσιμων όρων. Εν συνεχεία, θα αναλύσουμε το φαινόμενο με δεδομένα από την σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα, και εν τέλει, μετερχόμενοι τόσο τα συμπεράσματα των συλλογισμών, όσο και την σχετική εμπειρία μας σε παρόμοια ζητήματα θα εξαγάγουμε (ευελπιστούμε!) την απάντηση του τεθειμένου ερωτήματος. Η εν λόγω διαδικασία διαφαίνεται αρκετά ασφαλής, δεδομένης της έκτασης της παρούσης προσπάθειας, όσο και της δυσκολίας ανεύρεσης καταλλήλων επιστημονικών πηγών επί του θέματος.
{“Το καλύτερο επιχείρημα εναντίον της δημοκρατίας είναι μια συζήτηση πέντε λεπτών με το μέσο ψηφοφόρο.”
Sir Winston Churchill }
Ο όρος «λούμπεν» χρησιμοποιείται για πρώτη φορά από τον Μαρξ στο βιβλίο του «Ταξικοί αγώνες στη Γαλλία» (1848), όπου διακρίνει εφτά κοινωνικές τάξεις και στρώματα: την αστική τάξη, τη βιομηχανική αστική τάξη, την εμπορική αστική τάξη, τους μικροαστούς, τους αγρότες, το προλεταριάτο και τέλος το «λούμπεν» προλεταριάτο. Επίσης στο βιβλίο του «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» περιγράφει αναλυτικά τα στοιχεία που συναποτελούν το λούμπεν προλεταριάτο. Τονίζει χαρακτηριστικά: «Πλάι στα διεφθαρμένα και τυχοδιωχτικά αποβράσματα της αστικής τάξης, βρίσκονταν αλήτες, απολυμένοι φαντάροι, πρώην κατάδικοι, δραπέτες των κάτεργων, απατεώνες, τσαρλατάνοι, λατζαρόνι, κλεφτοπορτοφολάδες, ταχυδαχτυλουργοί, χαρτοπαίκτες, προαγωγοί, μπορδελιάρηδες, χαμάληδες, γραφιάδες, λατερνατζήδες, ρακοσυλλέκτες, πλανόδιοι τροχιστές, γανωτζήδες και ζητιάνοι» [3]. Η λέξη προέρχεται από τη γερμανική λέξη Lumpen, που σημαίνει κουρέλι, και χρησιμοποιείται με την έννοια της περιθωριοποίησης ή εξαθλίωσης ενός ατόμου ή μιας κοινωνικής ομάδας. Στην ουσία η λέξη λούμπεν αναφέρεται σε κάποιον που ανήκε σε κάποια τάξη, και ιδιαίτερα στη λαϊκή, αλλά που στην πορεία έχασε τα προνόμια που είχε στην τάξη αυτή. Αυτή χρησιμοποιείται είτε μόνη της, είτε στον μαρξιστικό όρο λούμπεν προλεταριάτο που αναφέρεται στο περιθωριοποιημένο, εξαθλιωμένο και χωρίς ταξική συνείδηση τμήμα της λαϊκής τάξης που δεν είχε πλέον κανένα ρόλο μέσα στη κοινωνία. Με τον όρο «λούμπεν προλεταριάτο» ο Μαρξ εννοούσε το εξαθλιωμένο και περιθωριακό τμήμα της εργατικής τάξης, που είχε χάσει την ταξική του συνείδηση και τον ρόλο του στην κοινωνία. Προσπαθούσε να επιβιώσει με ευκαιριακές εργασίες μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας. Στο ταξικό πάνθεον του Καρόλου Μαρξ το προλεταριάτο συμμετέχει άμεσα στη διαδικασία της παραγωγής, είναι ο άμεσος χρήστης των μέσων παραγωγής, η ζωή του και ο ταξικός ρόλος του συνδέεται με την εξέλιξη των μέσων παραγωγής, κάτι που συχνά ξεχνάμε σήμερα και αναζητάμε «αριστερή» πολιτική σε παρωχημένες μορφές οργάνωσης της παραγωγής. Ενώ, όμως, το προλεταριάτο είναι ο κυρίαρχος των μέσων παραγωγής, η ιδιοκτησία τους και το δικαίωμα της απόφασης ανήκει στους καπιταλιστές. Την ανατροπή της σχέσεως αυτής ο Μαρξ τη θεωρούσε «νομοτελειακή», δηλαδή από τη λειτουργία της, από τις δυνάμεις που προκύπτουν από τη λειτουργία της. Το «λούμπεν προλεταριάτο» προκύπτει επίσης από τη λειτουργία της σχέσης αυτής, αλλά ποτέ ο Μαρξ δεν το θεωρούσε δύναμη ανατροπής, όπως σήμερα κανείς σοβαρός άνθρωπος δεν θεωρεί δύναμη ανατροπής τους «κουκουλοφόρους» που παριστάνουν τους αναρχικούς. Το «λούμπεν προλεταριάτο» είναι το αλητοειδές προλεταριάτο[4]. Εκτός από τη λαϊκή τάξη ο όρος λούμπεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί και άλλες κοινωνικές τάξεις όπως για παράδειγμα στην λούμπεν μεγαλοαστική τάξη με αντίστοιχη σημειολογία.
Πλέον αμφισβητείται το μέγεθος της επιρροής του λούμπεν στοιχείου. Τούτο συμβαίνει, διότι δεν το κατηγορούν οι επωφελούμενοι εξ αυτού, παρά μόνο οι αντιπολιτευόμενοι. Κατά συνέπεια, οτιδήποτε «λούμπεν» δεν είναι δύσκολο να καθαγιάζεται ως ιδεολογία και κλείνει η υπόθεση. Η παρακάτω ανάλυση αφορά την κάπως ουτοπική περίπτωση, στην οποία το ανευρίσκουμε και το εξειδικεύουμε. Η συνήθης λύση στο ζήτημα συνοψίζεται στην απλοϊκή αυτή πρόταση αντιμετωπίσεως του : «Να λάβουν όλοι κατάλληλη παιδεία, να αγαπήσουν τον διάλογο ως μέσο επίλυσης διαφορών και τέλος!». Η αναλογικότητα των ποσών, εκπαίδευσης και δημοκρατικότητας, δεν θεμελιώνεται λογικά για δύο λόγους:
1) Ήδη εκ του μαρξιστικού ορισμού της «λούμπεν» ομάδος γνωρίζουμε πως κατέληξε ως κατέληξε εξ αιτίας του καπιταλισμού ∙ ήτοι εμφανίζεται μία δεδομένη κατάσταση μη αναστρέψιμη (<εξαθλιωμένο και χωρίς ταξική συνείδηση τμήμα της λαϊκής τάξης που δεν είχε πλέον κανένα ρόλο μέσα στη κοινωνία>). Άρα, η εκπαίδευση μετατοπίζει το κέντρο βάρους μεταγενέστερα. Πόσο εύκολο είναι οι άνθρωποι του «λούμπεν» να καθοδηγήσουν τα παιδιά τους στην οδό της παιδείας; Εν πάση περιπτώσει, το παρόν, έκδηλα, επηρεάζεται δυσοίωνο τω τρόπω. Συνεπώς η «αρχή του αποχρώντος λόγου» για την ορθότητα του συμπεράσματος δεν ικανοποιείται.
2) Σε έρευνα[5] επί του ζητήματος διαβάζουμε πως οι αιτίες βελτίωσης της δημοκρατίας δεν εξαρτώνται κατά λογική ακολουθία αιτίου-αιτιατού από την εκπαίδευση. Η βελτιστοποίησης της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών επηρεάζεται από την γενική ευημερία, το κατά κεφαλήν εισόδημα, την σχέση των πολιτών με τη λογοτεχνία, καθώς και ασύμμετρους παράγοντες όπως η εξωτερική πολιτική, το επίπεδο προπαγάνδας κ.α.
Χάριν ενδιαφέροντος, ας μετατοπίσουμε την συζήτηση στην μάχη της αμερικανικής πολιτικής σκηνής και των υποψηφίων για το χρίσμα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Τόνοι μελάνης έχουν χυθεί τους τελευταίους μήνες δια να εξευρεθεί ο ανθρωπότυπος ψηφίζον Donald Trump. Η δεικτική ρητορική, τα λεκτικά πυροτεχνήματα, ο τρόπος συμπεριφοράς στους διαφωνούντας, η προσωπική πορεία υπογραμμίζουν το πρωτότυπο της επιτυχίας του Trump. Παραλλήλως όμως, αναγνωρίζεται πως ο συγκεκριμένος ομιλεί πλέον στο θυμικό παρά στη λογική του μέσου ψηφοφόρου. Δεν χρειάστηκε χρόνος ώστε να κατηγορηθούν οι ψηφοφόροι του ως «λούμπεν», που θα ορίσουν την τύχη του πλανήτη αν τελικά εκλεχθεί. Ένα ενδιαφέρον άρθρο[6], με τίτλο “Why Donald Trump?” επιδιώκει να ανιχνεύσει τις αιτίες επιλογής αυτού του υποψηφίου. Οι πλείστοι των αναλυτών κατέληγαν στο ελιτίστικο συμπέρασμα: «οι απαίδευτοι-απογοητευμένοι της Αμερικής βγάζουν τον θυμό τους», ή κόπιαζαν επιχειρηματολογώντας για «εθνικού επιπέδου τάσεις αυταρχισμού», «διαθέσεις αυτοκρατορικές», ενώ μέχρι και «παλλαϊκή αγχώδη διαταραχή έβγαλαν»(!). {Δράττομαι της ευκαιρίας χρήσεως της λέξης «εθνικού» σημειώνοντας πως κατά τον Γκυστάβ Λε Μπόν «η φυλή, ως παράγων καθορισμού των γνωμών και των δοξασιών του όχλου, τοποθετείται εις την πρώτην γραμμή, διότι και μόνη της είναι σημαντικωτέρα από όλους τους άλλους παράγοντας». Ας το αφήσουμε στην άκρη παρ’ όλα αυτά λόγω της πολιτικής φυσιογνωμίας του γράφοντος, η οποία μπορεί να πλήττει την επιστημονική του κρίση}. Κι όμως, ως προς τον Trump το 53% είναι απόφοιτοι Λυκείου και το 34% των ψηφοφόρων του απόφοιτοι κολεγίου. Αυτό από μόνο του δεικνύει ότι το 87% των ψηφισάντων όχι μόνο δεν είναι «λούμπεν» αλλά διαθέτουν ικανότητα κριτικής σκέψης. Ο ισχυρισμός όσων τους επιτιμούν με το επιχείρημα της απαιδευσίας καταβαραθρώνεται. Συνοπτικά και σε αδρές γραμμές, το φαινόμενο Trump γνώρισε τη δημοκρατική επιτυχία του λόγω:
1)της πτώσης της εμπιστοσύνης των παραδοσιακά ψηφιζόντων ρεπουμπλικάνους και των πολιτικά ανένταχτων στα ΜΜΕ, τα οποία ειρήσθω εν παρόδω διαρκώς και αγογγύστως τον κατηγορούν. {Είναι άλλως τε γνωστή μέχρι τη χώρα μας η φράση του Trump: «Στον τύπο υπάρχουν οι πιο αναξιόπιστοι άνθρωποι που έχω δει στη ζωή μου. Είναι αηδιαστικοί!»}.
2)της κακής κατάστασης που επικρατεί στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική.(το 47% των ψήφων του είναι θυμωμένοι ψηφοφόροι)
3) των αδικημένων από άλλους ρεπουμπλικάνους υποψηφίους, που διείδαν αναντιστοιχία λόγων και έργων. (40% των ψήφων του)
4) η επιρροή της «πολιτικής ορθότητας» σε κάθε κοινωνική έκφανση, και η συνεπαγόμενη αντίθεση της πλειονότητας σε αυτήν την τάση.
Τίμιος πολιτικός είναι εκείνος που λέει την αλήθεια, δημοφιλής εκείνος που δημιουργεί μια επαφή με το εκλογικό σώμα. «Η μαγική δύναμη του λόγου και μόνον αυτή είναι εκείνη που έβαλε σε κίνηση τις μεγάλες χιονοστιβάδες της ιστορίας»[7], και πράγματι αν κάτι παραπάνω ξέρουν οι πιο πετυχημένοι (σε βαναυσότητα) δικτάτορες σε αυτά τα ζητήματα, δημοφιλής είναι ίσως εκείνος που δημιουργεί το «λούμπεν» στοιχείο, όχι αυτός που το εκμεταλλεύεται. Ο πρώτος έχει απεριόριστη δύναμη, ο δεύτερος βλέπει ήδη τον τερματισμό της κούρσας του. Σε κάθε περίπτωση το «λούμπεν» αναταράσσει την δημοσθένεια[8] «ισορροπία δυνάμεων» στην πολιτική.
Προχωρώντας παρακάτω, οφείλουμε να διακρίνουμε μεταξύ των «απαίδευτων» του περιθωριοποιημένου προλεταριάτου. Σύμφωνα με την UNESCO[9], «αναλφάβητος είναι όποιος δεν έχει αποκτήσει τις αναγκαίες γνώσεις και ικανότητες για την άσκηση όλων των δραστηριοτήτων για τις οποίες η γραφή, η ανάγνωση και η αρίθμηση είναι απαραίτητες». Οι αναλφάβητοι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, στους οργανικά και λειτουργικά αναλφάβητους. Οι πρώτοι δεν διδάχθηκαν ποτέ γραφή και ανάγνωση, άρα δεν φοίτησαν ποτέ στο σχολείο, ενώ οι δεύτεροι δεν καλλιέργησαν τις γνώσεις που πήραν με αποτέλεσμα αυτές να μην αξιοποιηθούν και να ξεχαστούν. Σύμφωνα με την “Αναφορά Παγκόσμιας Παρατήρησης για την Εκπαίδευση για όλους -2006″ (αγγλ.:”Global Monitoring Report on Education for All (2006)”) της UNESCO, η Νότια και η Δυτική Ασία έχουν το χαμηλότερο περιφερειακό ποσοστό αλφαβητισμού (58.6%) και ακολουθούνται από την υποσαχάρια Αφρική (59.7%) και τα αραβικά κράτη (62.7%). Οι χώρες με το χαμηλότερο ποσοστό αλφαβητισμού είναι η Μπουρκίνα Φάσο (12.8%), ο Νίγηρας (14.4%) και το Μαλί (19%). Συνεπώς, ως προς τις χώρες τις Κετρικής Αφρικής πράγματι ο προλεχθείς ισχυρισμός αναλογικότητας, δημοκρατίας και εκπαίδευσης, ικανοποιείται. Πολλώ δε μάλλον, αν διισχυριστεί κανείς ότι «λούμπεν» είναι ο απολύτως απαίδευτος.
Κρισιμότερο όμως, είναι όχι τι κάνει ο απολύτως απαίδευτος αλλά ο ημιμαθής, και εντέλει δεν μας αφορά η εγκυκλοπαιδική του γνώση αλλά η κριτική του σκέψη, μιας και αυτή διαδραματίζει τον πρωταρχικό ρόλο. Καταλήγοντας, υπάρχει στοιχείο «λούμπεν» σε ημιμαθείς ή πλήρως εκπαιδευμένους; Με άλλα λόγια, είναι δυνατή η δημιουργία στρατιών «κουρελιασμένων», που όμως έχουν λάβει εκπαίδευση αλλά συμπεριφέρονται ως περιθωριοποιημένοι και αντικοινωνικοί εν συγκρίσει με τα επιβληθέντα δημοκρατικά καθήκοντα; Αν αυτό ισχύει, η lingua franca μετατοπίζει το κέντρο βάρους της. Ας συνεχίσουμε την συζήτηση έχοντας επί χάρτου τη χώρα μας ∙ όσο επικίνδυνο κι αν φαίνεται κάτι τέτοιο.
Η Ελλάδα έχει εξαιρετικά ποσοστά αλφαβητισμού. Αξιοσημείωτο είναι δε, ότι σταθερά αυξάνονται. Το 1998 το ποσοστό (λειτουργικά και οργανικά) αναλφάβητων ήταν 7,82%, ενώ το 2008 ήταν 5,92%[10]. Η πρωταρχική έννοια του «λούμπεν» δεν πληρούται. Ίσως όμως πληρούται η μεταγενέστερη, αυτή που υποθέσαμε πως υπάρχει, ρητά ή υπόρρητα, επηρεάζοντας τια εξελίξεις στην Δημοκρατία. Αρκετοί δηλαδή πολίτες, λόγω συνθηκών ενστερνίζονται τη «λούμπεν» νοοτροπία.
Σε άρθρο[11] του, ο καθηγητής κλασικής Φιλολογίας Α. Ζαμπούκας θεωρεί ότι στην Ελλάδα, μολονότι ποτέ δεν υπήρξε βιομηχανοποιημένος κεφαλαιοκρατισμός γερμανικού τύπου, «η ηγέτιδα τάξη εξέθρεψε για να συντηρήσει τα κεκτημένα της» ένα «λούμπεν» στοιχείο. Μεταφέρω αυτούσιο μέρος του κειμένου, εφόσον η επανάληψη με άλλες λέξεις σπανίως είναι άμεμπτη: «Όλα τα χρόνια της μεταπολίτευσης οικονομική, πολιτική, πνευματική και πολιτιστική εξουσία φρόντισαν να διογκώσουν ή να κατασκευάσουν μόνες τους, μειοψηφίες «περιθωρίου». Αυτό έγινε στους χώρους που, παραδοσιακά, είχαν στον έλεγχο τους. Στην οικονομία, κράτησαν εξαρτημένο και ανειδίκευτο το μεγαλύτερο μέρος του αγροτικού και ημιαστικού πληθυσμού, χωρίς παιδεία και προοπτικές υγιούς ανάπτυξης. Στην πολιτική, συντήρησαν τις ιδεολογικές φαντασιώσεις, μέσα από τη δημιουργία μιας «λαϊκίστικης νομενκλατούρας». Αυτή χειραγώγησε τη μικροαστική σκέψη, σε κόμματα, σε σωματεία και συνδικάτα. Στον πνευματικό χώρο, η επιστημονική κοινότητα, «ναρκωμένη» από τον κρατισμό και την ερευνητική αδράνεια, επώασε μειοψηφίες που σπρώχθηκαν στο περιθώριο και εγκλωβίστηκαν σε ουτοπικές και εμμονικές ιδεοληψίες άλλων εποχών. Τέλος, ο «ολοκληρωτισμός» της μιντιακής υποκουλτούρας, μετά το 1990, καλλιέργησε το μοντέλο του «υπανθρώπου» που βαυκαλίζεται και επαίρεται μέσα στον αμοραλισμό του, στην ψοφοδεή συμπεριφορά και στην εξαθλίωση της προσωπικής του ζωής. Ακραία δείγματα ήταν οι καλεσμένοι στα τηλεοπτικά σόου της Πάνια…».
Αυτή η χρόνια διαδικασία ενίσχυσε εντέχνως τις ριζοσπαστικές και άλογες καταστάσεις που παρατηρούμε σήμερα να έχουν αναδυθεί στην διαφάνεια της δημοσιότητας, καίτοι εγκληματικά επικίνδυνες για το κοινωνικό σύνολο. Η εύλογη απορία στο γιατί υπάρχουν όλες αυτές οι επικίνδυνες για τους θεσμούς αλλά και επιπροσθέτως για την ελευθερία των πολιτών καταστάσεις, μέσω των παραπάνω μπορεί να εξηγηθεί. Η κυρίαρχη κουλτούρα έσπειρε εκατομμύρια σπόρους αντιληπτικού αναθεωρητισμού (ή αφού ομιλούμε για ζήτημα εγγενές του μαρξισμού: ρεφορμισμού) σχετικά με το νοούμενο της ύπαρξης. Άλλαξε η στάση ζωής, το βίωμα ως προϋπόθεση εξέλιξης. Θέλουμε αυτό, και το ζητάμε τώρα, όσο ακραιφνές κι αν είναι, δίχως αιδώ, δίχως περισυλλογή, δίχως κρίση για την ηθική, το πρέπον, το σωστό. Είναι «ο πρωτογονισμός της ακοινωνησίας (του ατομοκεντρικού αμοραλισμού) γέννημα του έμπρακτου μηδενισμού όλων των παραγόντων κοινωνικής συνοχής (γλωσσικής καλλιέργειας, ιστορικής συνείδησης, πατριωτισμού, αξιοκρατίας)» όπως μελίρρυτα γράφει ο Χρ. Γιανναράς στην επιφυλλίδα[12] της εικοστής τετάρτης του Γενάρη. Υπό αυτήν την έννοια το «λούμπεν», δηλαδή το «κουρελιασμένο», φαινομενικώς μόνο ενταγμένο στη κοινωνία κομμάτι, διά του καλλιεργηθέντα ωφελιμισμού αποστέργει την πρότερη κοινωνική ιδιότητα του και επιθυμεί να ζει εις βάρος της κοινότητας καθυποτάσσοντας την στις μικρόψυχες επιθυμίες του. Έτσι η κοινότητα, δυναστευόμενη από ένα «λούμπεν» στοιχείο, το οποίο όμως πια μετεξελίχθηκε σε πλειοψηφία άγεται και φέρεται από πάθη, συνθήματα, τυχαίες ορέξεις.
Δεν έχει τόση αξία η ειδοποιός διαφορά των ορισμών του «λούμπεν» υπό τη νέα lingua franca που θέσαμε για βάση συζήτησης. Η σημασία εντοπίζονται στο ότι υπάρχει. Γιατί, αν η πολιτική είναι η τέχνη του αποτελέσματος, και στην εποχή μας το αποτέλεσμα τόσων ετών πολιτειακής σταθερότητας κινείται από βδελυγμία έως κλαυσίγελο, τότε εξ αιτίας της διαδικασίας λήψης αποφάσεων καταλήγουμε στην δικτατορία του novis lumpen.
Τελικά ταιριάζει να συνδέσουμε το «λούμπεν» στοιχείο αμιγώς με την αλητεία; Υπάρχει νοοτροπία «λούμπεν» εκτός της αλητείας εν στενή εννοία; Έχει υφή αλητείας η επικράτηση στις λαϊκές ετυμηγορίες του πάθους και ουχί του Λόγου, όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης; Είναι οι «λούμπεν» όχλος; Και αν ναι, η δημοκρατία από την οχλοκρατία είναι τόσο κοντά; Τελικώς, διαβιούμε σε οχλοκρατία;
Είναι αποδεδειγμένο ότι η εκπαίδευση από μόνη της δεν είναι προσφυής παράγοντας βελτιστοποίησης της Δημοκρατίας. Απαιτείται παιδεία, γενικότερη και πολύπλευρη μόρφωση.
Αν μία έννοια μείνει στάσιμη, τότε σίγουρα δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για «λούμπεν» πολίτες στην εποχή μας, πρώτα από όλα, εξ αιτίας των υψηλών επιπέδων αλφαβητισμού. Αν όμως, η έννοια του «λούμπεν», σε όλη την ποικιλία των στοιχείων που την απαρτίζουν εξελίσσεται στο χρόνο, τότε σήμερα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για δικτατορίες της πλειονότητας, υπό την αδήριτη προϋπόθεση πως το novis Lumpen είναι κάτι άλλο ∙ ο άκρατος ατομοκεντρικός αμοραλισμός, η απύθμενη ιδιοτέλεια, η αλληλεξάρτηση των θεσμών του κράτους και της διαπλοκής, οι κυριαρχούσες διαδιδόμενες ιδέες από τα ΜΜΕ, οι «φωτισμένοι» δημοκράτες λαϊκιστές, κατά πάσα πιθανότητα θα μπορούσαν να συναποτελούν την έννοια του νέου λούμπεν. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο ορθός Λόγος παρακμάζει χάριν των αλγεινών υποβολιμαίων παθών των περισσοτέρων. Και σε αυτό το σημείο απαιτείται η προσωπική εμπειρία του καθενός, ώστε να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, εφόσον δεν υπάρχουν δείκτες στατιστικής μελέτης της ποιότητας των ειλημμένων αποφάσεων.
Η Ιστορία των Ιδεών έχει δαμαστεί από εκείνους που έβλεπαν την αέναη διελκυστίνδα Λόγου και Πάθους να εποφθαλμιά το μέλλον. Μη λησμονούμε το πνευματικό μέγεθος του Καρόλου Μάρξ. Δεν πρέπει όμως να πέφτουμε στη παγίδα του ιστορικού αναχρονισμού. Μία ιδέα του 19ο αιώνα δεν διαβάζεται με τον ίδιο τρόπο σήμερα. Πολλά περισσότερα ξέρουμε, και είδαμε από τότε. Η κονίστρα του δημοκρατικού διαλόγου περιμένει πάντοτε νέους παίχτες, το κρίσιμο είναι να έχουν ικανότητα μάχης ∙ μάχης γενόμενης βάσει των κανόνων, και κριτές της μάχης που σταθμίζουν τον αγώνα με σωστά κριτήρια με στόχο την ευημερία των πολλών.
«Η μεσαία τάξη, από τις τρείς μερίδες, συγκρατεί τα κράτη, γιατί αυτή φυλάει την τάξη που θα καθορισθεί»
Ευρυπίδης, ‘Ικέτιδες’
[1] Ανεξαρτήτως της καινοφανούς πρόσφατης άποψης του Harvard πως οι ένορκοι έκριναν σωστά στην ετυμηγορία των, απηυδισμένοι εκ της ειρωνείας του φιλοσόφου.
[2] Ο Κλέανδρος διέταξε τους πραιτωριανούς φρουρούς να επιτεθούν σε ένα εξοργισμένο πλήθος, λόγω αποδοκιμασιών προς το πρόσωπό του. Η συνέπεια συνίστατο στην μεταστροφή του όχλου εναντίον του παλατιού, με τον Κόμμοδο να δίδει το κεφάλι του Κλέανδρου βορά στο μανιασμένο πλήθος.
[3] Θέσεις – τριμηνιαία επιθεώρηση Σημειώσεις για το λούμπεν προλεταριάτο Απόστολος Χατζηπαρασκευαΐδης
[4] http://www.kathimerini.gr/687030/opinion/epikairothta/arxeio-monimes-sthles/h-le3h-loympen
[5] FROM EDUCATION TO DEMOCRACY?
Daron Acemoglu,Simon Johnson, James A. Robinson, Pierre Yared-Working Paper: 11204
http://www.nber.org/papers/w11204
NATIONAL BUREAU OF ECONOMIC RESEARCH
1050 Massachusetts Avenue
Cambridge, MA 02138-March 2005
Prepared for the American Economic Association Papers and Proceedings 2005
[6] http://fivethirtyeight.com/features/why-donald-trump/
[7] Αδόλφος Χίτλερ
[8] Ο όρος ευρίσκεται αρχικώς στον λόγο του Δημοσθένους «Ὑπὲρ Μεγαλοπολιτῶν» και αρχικώς αναφέρετο στην εξωτερική πολιτική του κράτους. Στην πορεία εξελίχθηκε σε καίρια σταθερά κάθε πραγματικής κατάστασης.
[9] http://www.pathfinder.gr/stories/3856952/anthrwpoi-poy-den-xeroyn-anagnwsh-o-analfabhtismos-sth-gh/
[10] Πηγή: Γ.Γ. Ε.Σ.Υ.Ε, Έρευνα Εργατικού Δυναμικού 2008, επεξεργασία: Ε. Ρίζου
[11] http://www.capital.gr/story/1877737
[12] http://www.kathimerini.gr/846914/opinion/epikairothta/politikh/to-mystiko-einai-ena-h-anidioteleia