Η οικονομική κρίση, που πλήττει την χώρα μας, από το 2009 άχρι του νυν, μέρος της γενικότερης οικονομικής κρίσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης την ίδια περίοδο, αποτέλεσε εφαλτήριο διερεύνησης ζητημάτων που για πολλά χρόνια η κοινή γνώμη, αν δεν παραμελούσε, τουλάχιστον δεν έδιδε την απαιτούμενη σημασία. Ένα από αυτά ήταν και η πορεία της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πολλοί ήσαν εκείνοι, οι οποίοι μόλις βίωσαν την συρρίκνωση της αγοραστικής τους δυνατότητας, κατηγόρησαν την Ε.Ε. για τα προκληθέντα δεινά. Αντίθετα, άλλοι, θεωρώντας την ένωση μοναδική σανίδα σωτηρίας, την επιδοκίμαζαν. Η αντιπαράθεση δε, οξύνθηκε την περίοδο του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου του 2015(1).
Τονίζεται όμως, πως υποστηρικτές και πολέμιοι διασταυρώνουν τα ξίφη τους σε κάθε ευκαιρία. Μερικοί επαμφοτερίζοντες, δηλώνουν «ευρωσκεπτικιστές», διατεινόμενοι ένα αφήγημα συνδυάζον στοιχεία των αντικρουόμενων θέσεων «υπέρ» και «κατά». Το δοκίμιο αυτό, θα επιχειρήσει να:
i) παράσχει μια όσο το δυνατόν πλήρη προσέγγιση της σύνθετης αλλά και ενδιαφέρουσας σχέσης Ελλάδος και Ε.Ε.
ii) αναλύσει, επεξηγήσει και εν τέλει προτείνει μια καινούργια θεώρηση και στάση.
Για την επίτευξη των στόχων αυτών αναγκαία είναι η μέθοδος της επαγωγής. Από μερικά, ειδικά μέρη, θα στοιχειοθετήσουμε γενικότερες γνώμες για την ολότητα της Ε.Ε. Απώτατος στόχος είναι, φυσικά, να έχει ο αναγνώστης δυνατότητα συναγωγής δικών του συμπερασμάτων, ως προς το περίπλοκο ζήτημα της στάσης της Ελλάδος απέναντι στην Ε.Ε.
Άρα, θα επιδιώξουμε να μην τον προκαταλάβουμε, από τον τρόπο εκφοράς της ανάλυσης.
Κατ’ αρχάς, σύμφωνα με την νομική επιστήμη κράτος, είναι ο λαός, ο μόνιμα εγκατεστημένος σε ορισμένη χώρα, οργανωμένος σε νομικό πρόσωπο, που ασκεί πρωτογενή εξουσία. Ο ορισμός αυτός χρονολογείται από τον ήδη από τον 19ο αιώνα. Κραταίο παράδειγμα ενιαίου σύγχρονου κράτους αποτελεί η Γαλλία, η οποία από πολύ νωρίς συμπεριέλαβε στα ισχύοντα συνταγματικά της κείμενα πως «το βασίλειο είναι ενιαίο και αδιαίρετο». Έτσι, το ενιαίο κράτος είναι κυρίαρχο σε σχέση ορισμένη γεωγραφικά περιοχή (χώρα)∙ προϋποτίθεται ο λαός, ο οποίος έχει νομικό δεσμό με το κράτος (ιθαγένεια) και χαίρει της υπέρτατης ικανότητας να επιβάλλει τη θέληση του. Υπάρχουν όμως και άλλα είδη κρατικών οντοτήτων, πέραν του ενιαίου κράτους. Για την σαφήνεια των εννοιών αξίζει να εξετασθεί το ζήτημα της ομοσπονδοποίησης ή ομοσπονδισμού (κατά τον καθηγητή Μαυριά). Ομοσπονδιακό κράτος είναι αυτό που αποτελείται από περιφέρειες, η καθεμιά εκ των οποίων έχει τα δικά της όργανα εξουσίας, δρώντα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων που παραχωρεί το Σύνταγμα του ομοσπονδιακού κράτους. Οι επιμέρους περιφέρειες δεν συνιστούν απλώς οντότητες με διοικητική αυτοτέλεια, αλλά λειτουργούν πραγματικά αυτόνομα. Κατά τον Δαγτόγλου δε, η έλλειψη κυριαρχίας δεν αναιρεί την όποια κρατική ιδιότητα των περιφερειών του ομοσπονδιακού κράτους. Σε κάθε περίπτωση όμως, υποκείμενο του διεθνούς δικαίου είναι το ομοσπονδιακό κράτος ως σύνολο και όχι η καθεμιά από τις περιφέρειες ξεχωριστά. Θεμέλιο αυτής της δομής είναι η αρχή της επικουρικότητας. Δηλαδή, με απλά λόγια, σε όποιο ζήτημα δεν έχει αρμοδιότητα το ομοσπονδιακό κράτος, έχει η κάθε περιφέρεια. Σε αντίθεση με το ομοσπονδιακό κράτος, στην συνομοσπονδία κρατών ελλείπει η υπερκείμενη έννομη τάξη. Τα κράτη εδώ, τα απαρτίζοντα την συνομοσπονδία, δεν είναι όπως πριν στο ομοσπονδιακό κράτος, περιφέρειες της ευρύτερης οντότητας, υποκείμενες σε υπέρτερο συνταγματικό νόμο, αλλά διατηρούν την πλήρη και απόλυτη κυριαρχία τους αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να συνεργάζονται στους τομείς που τα ίδια κυρίαρχα θα αποφασίσουν βάσει συμφωνιών διεθνούς δικαίου. Τρία είναι τα σημαντικά στοιχεία της Συνομοσπονδίας κρατών:
i) H Συνομοσπονδία δεν διαθέτει Σύνταγμα αλλά διεθνές κείμενο
ii) Οι αποφάσεις αυτής λαμβάνονται κατά κανόνα με ομοφωνία
iii) Η νομοθεσία της Συνομοσπονδίας καθίσταται εσωτερικό δίκαιο αφού πρώτα εγκριθεί από τα κρατικά κοινοβούλια.
Σημειωτέον ότι υποκείμενο του διεθνούς δικαίου είναι μόνο το ενιαίο κυρίαρχο κράτος και η συνομοσπονδία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα ιδιόρρυθμο υπερ-κρατικό μόρφωμα (suigeneris) ο χαρακτήρας του οποίου προσιδιάζει αλλά και υπερβαίνει έναν περιφερειακό οργανισμό με παλαιά χαρακτηριστικά(2). Η ιδιορρυθμία της Ε.Ε. σχετίζεται με το γεγονός της υπάρξεως σε αυτήν χαρακτηριστικών τόσο ομοσπονδιακού κράτους(3), όσο και συνομοσπονδίας(4). Διαθέτει, λοιπόν, ένα κράμα αρμοδιοτήτων. Η συμμετοχή της Ε.Ε. στις συναντήσεις, οι οποίες διενεργούνται στο πλαίσιο των διεθνών οργανισμών είναι πλέον δεδομένη. Τα κράτη-μέλη της Ένωσης συνεχίζουν, εφόσον είναι μέλη του οργανισμού, να μετέχουν. Με άλλα λόγια, η Ε.Ε. δεν αντικαθιστά την συμμετοχή των κ-μ. Απλώς, συχνά λαμβάνει καθεστώς παρατηρητή, ή έστω ένα καθεστώς ιδιόμορφο, εν συγκρίσει με την πλήρη συμμετοχή που δύναται να έχει το ενιαίο κράτος ή το ομοσπονδιακό κράτος(5).
Το ζήτημα που ανακύπτει και οφείλει να συζητηθεί είναι κατά πόσον η Ε.Ε. πρέπει να προχωρήσει σε περαιτέρω αύξηση των αρμοδιοτήτων της, ή πρέπει να αποδεσμευθεί από το πλήθος των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί, και αυτές οι αρμοδιότητες να ασκούνται από τα κ-μ αυτής (επαναπατρισμός αρμοδιοτήτων). Η αντιπαράθεση τίθεται συχνά με την χρήση του διπόλου φεντεραλιστές – αντι-φεντεραλιστές. Η αύξηση δηλαδή των αρμοδιοτήτων ταυτίζεται με ομοσπονδοποίηση της Ένωσης, ενώ ο επαναπατρισμός των με την αντι-ομοσπονδοποίηση(6). Η ακινησία, δηλαδή η στασιμότητα των συσχετισμών εντός της Ε.Ε. ως έχουν, είναι μάλλον απίθανη αν αναλογιστεί κανείς το διεθνές γεωπολιτικό σκηνικό, ήτοι τις ανερχόμενες Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, τις κλιμακούμενες εντάσεις στη Μ. Ανατολή, τις οικονομικές κρίσεις, που όπως τεκμηριώνει η ιστορία συχνά συμβαίνουν (με την τελευταία να έχει πλήξει σε μεγάλο βαθμό την Ε.Ε.), καθώς και το αέναο αίτημα λαών και εθνών για άνοδο του βιοτικού τους επιπέδου. Συνεπώς, τίθεται ξεκάθαρα ένα αίτημα μεγιστοποιήσεως της ισχύος, που θα ωφελήσει όλα τα κ-μ. Η αντιπαράθεση, όμως, πραγματώνεται στην ουσία της επί του μέσου επίτευξης του παραπάνω σκοπού, εφόσον ελλοχεύει ο κίνδυνος μετριασμού της ατομικής ελευθερίας, όπως η τελευταία νοείται υπό το πρίσμα του φιλελευθερισμού. Μάλιστα, αυτή βάλλεται όταν συστήνονται οργανώσεις μεγαλύτερες από το έθνος-κράτος. Διότι, όσο μικρότερη είναι μια κρατική οντότητα, τόσο περισσότερο προστατεύεται η ελευθερία δράσεως του ατόμου ∙ στις μεγάλες οντότητες (π.χ. αυτοκρατορία ή μεγάλες ομοσπονδίες) η ελευθερία περιστέλλεται. Τα ιστορικά παραδείγματα από την ελληνιστική, ρωμαϊκή, τη συνέχεια της ρωμαϊκής-τη βυζαντινή- αυτοκρατορία τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό. Ομοσπονδοποίηση ή όχι; Αναγκαία βαθύτερη ομαδοποίηση ή περιθωριοποίηση από την διεθνή σκακιέρα;
Πριν προσεγγίσουμε τον διάλογο, προχωρούμε σε μία ιστορική αναδρομή.
Το 2005 η Γαλλία και η Ολλανδία απέρριψαν την Συνταγματική Συνθήκη της Ε.Ε., ενώ η αντιπαράθεση οξύνθηκε το 2009 με τα δύο δημοψηφίσματα της Ιρλανδίας για την επικύρωση της Συνθήκης της Λισαβόνας (το ένα ήταν «κατά» και το δεύτερο «υπέρ», με χρονική απόσταση μεταξύ των σχεδόν ένα χρόνο), η οποία και διεύρυνε τις αρμοδιότητες της Ε.Ε. Τέλος, εξίσου ενδιαφέρουσα είναι και η περίπτωση της Δανίας η οποία αν και με δημοψηφίσματα αρχικά συμμετείχε στην κοινή ευρωπαϊκή πορεία, το 2000 απέρριψε το κοινό νόμισμα με ποσοστό 53,2%, αφού πρότινος είχε απορρίψει και την Συνθήκη του Μάαστριχ με 50,7 %(7). Πρωταρχικό παράγοντα στην συζήτηση διαδραματίζει η στάση της Μ. Βρετανίας. Το Ηνωμένο Βασίλειο κινήθηκε διαφόρως σε σειρά ζητημάτων, όπως αυτό του νομίσματος, διατηρώντας την λίρα, ενώ ταυτοχρόνως αξίζει να σημειωθεί πως τα δύο εκ των τριών «ευρωσκεπτκιστικών» κομμάτων εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποτελούνται εκ βουλευτών προερχόμενων κατά πλειονότητα από τη Μ. Βρετανία. Φυσικά, οι «Πρεταννικές Νήσοι», όπως αποκάλεσε τη χώρα ο Πυθεύς ο Μασσαλιώτης, λόγω της γιγαντιαίας ιστορικής οικονομικής των αναπτύξεως, είχαν την ευχέρεια διαφορετικής αντιμετωπίσεως της Ε.Ε. δίχως να την αρνούνται βέβαια (8).
Καλό θα ήταν να επεξηγηθούν και όροι κρίσιμοι για την ανάλυση. Αρχικά, σχετικά με την ομοσπονδοποίηση, ο τρόπος που τον εκλαμβάνει κάθε αναλυτής ποικίλει, προξενώντας αγεφύρωτες παρεξηγήσεις, συσκοτίζοντας το νόημα και βάλλοντας βάναυσα το ποιόν της αντιπαράθεσης. Πολλώ δε μάλλον όταν ένα σύνολο άσχετων μεταξύ των αντιλήψεων περιχαρακώνεται πίσω από τον ατυχή όρο «ευρωσκεπτικισμός». Το β’ συνθετικό, ο σκεπτικισμός σημαίνει επιφυλακτικότητα, διστακτικότητα. Επομένως, ο ευρωσκεπτικισμός θα μπορούσε να αντικατοπτρίζει το «ναι» στην Ε.Ε., αλλά με περιορισμό των αρμοδιοτήτων αυτής. Σύμφωνα με την προσέγγιση άλλων, ο ευρωσκεπτικισμός εκλαμβάνεται ως αντιευρωπαϊσμός(9), όπερ ορίζεται ως αντίθεση εις πάσα προοπτική ευρωπαϊκής συνεργασίας των κρατών, είτε αυτή η συνεργασία διεξάγεται βάσει της εκχωρήσεως πολλών, είτε λίγων αρμοδιοτήτων. Η σύγχυση επεκτείνεται και εντός της ευρωκοινοβουλίου, αφ’ ης στιγμής τρία «ευρωσκεπτικιστικά» κόμματα, διαφέρουν ως προς τις εκτιμήσεις τους ή τις προθέσεις τους για το μέλλον της Ε.Ε(10). Προς αλληλοκατανόηση, ορίζουμε τον «ευρωσκεπτικισμό» ως αντίθεση μεν επί της ομοσπονδοποίησης της Ε.Ε., βούληση δε συνεργασίας των κρατών μελών υπό την αιγίδα της Ε.Ε. Το εύρος των αρμοδιοτήτων της Ε.Ε. μένει να διερευνηθεί. Η επιθυμία κατάλυσης της Ε.Ε. ορίζεται ως αντιευρωπαϊσμός. Έχοντας λοιπόν, ορίσει την γλώσσα του διαλόγου προχωρούμε στον όρο «ευρωπαϊκή ομοσπονδοποίηση». Ο όρος εκλαμβάνεται ενίοτε ως κατάργηση των εθνικών κρατών, ελαχιστοποίηση της κυριαρχίας των, μετατροπή των σε νομαρχίες των Βρυξελλών(11)∙ άλλοτε δε, εκφράζονται υποστηρικτικές γνώμες, οι οποίες τονίζουν πως η ομοσπονδοποίηση δεν αποσυνθέτει τα έθνη-κράτη. Μια διατύπωση ομοσπονδοποίησης κατά την οποία η κεντρική κυβερνητική πολιτική διαχείριση εναπόκειται στις Βρυξέλλες, διά ενώσεως οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής των κ-μ, με το κάθε κράτος να μετέχει ισότιμα στην λήψη των αποφάσεων, καθώς και στην δομή της οργάνωσης του νέου μοντέλου, είναι η συνήθης πρόταση. Η δεύτερη αυτή πρόταση ομοσπονδοποίησης εξαίρει την αξία των ιδιαιτεροτήτων, εφόσον αν δεν ενδυναμώνουν οι ταυτότητες, δεν υπάρχει τίποτα να εισαγάγει κανείς σε μία συζήτηση, με αποτέλεσμα να μην «τον παίρνουν στα σοβαρά». Η γνωστή πλέον φράση «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης» μια τέτοια οργάνωση δεικνύει, κατά την οποία το κέντρο θα διαθέτει περισσότερες προφανώς αρμοδιότητες συγκριτικά με αυτές που κατέχει στη σημερινή μορφή των συνθηκών της Ε.Ε. Τα σημερινά κ-μ της Ε.Ε., σε ένα ομοσπονδιακό μοντέλο καθίστανται περιφέρειες, με τις ιδιότητες που ορίσαμε στην αρχή του δοκιμίου. Σχεδόν βέβαιο είναι πως υπό το παραπάνω πρίσμα, οι αρμοδιότητες ασκήσεως κυβερνητικής πολιτικής του επωμίζεται σήμερα το κάθε κ-μ θα συρρικνωθούν. Οι αποφάσεις περί των καίριων πολιτικών (επί παραδείγματι δημοσιονομική, αγροτική, εμπορική, φορολογική πολιτική κλπ) θα λαμβάνονται από το καθ’ ύλη αρμόδιο ομοσπονδιακό όργανο, στο οποίο η κάθε χώρα θα μετέχει ισότιμα, και οι αποφάσεις αυτού θα δεσμεύουν όλη την επικράτεια του ομοσπονδιακού κράτους της Ε.Ε. Το ανώτατο δικαστήριο της Ε.Ε. θα συνεχίσει όπως και σήμερα να υπερτερεί των εθνικών δικαστηρίων, εφόσον το ευρωπαϊκό δίκαιο υπέρκειται του εθνικού. Συνήθως σε αυτό το σημείο, στις συζητήσεις που παρακολουθούμε τίθεται το ερώτημα περί υποστήριξης ή όχι της Ε.Ε. Κάθε απάντηση όμως σε αυτό το πρώιμο επίπεδο είναι μάλλον δημαγωγική παρά ουσιαστική. Και τούτο διότι δεν δυνάμεθα να κρίνουμε μια κατάσταση χωρίς να έχει πρότερα ενυλωθεί επακριβώς στο χαρτί ο τρόπος λειτουργίας της. Η ομοσπονδοποίηση μπορεί να λειτουργήσει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους.
Αποτελεί διαπίστωση υφής Συνταγματικού Δικαίου πως το κοινωνικό συμβόλαιο, μπροστά σε έναν υπερ-κρατικό οργανισμό, όπως η Ε.Ε. ξεθωριάζει, αφού το όργανο που έχει συμφωνηθεί να παίρνει τις αποφάσεις, εκχωρεί τις αρμοδιότητες του σε ένα άλλο όργανο. Ο λαός συνεχίζει να ασκεί πρωτογενή εξουσία, μόνο που πλέον δεν ασκεί μόνο ο λαός της Ελλάδος, αλλά και της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ισπανίας και ούτω καθεξής. Ο καθένας στο δικό του μέτρο, στέλνει τους δικούς του αντιπροσώπους. Δέον είναι να γίνει μία αναφορά, έστω σε πολύ αδρές γραμμές, στον τρόπο λειτουργίας της Ε.Ε. σήμερα. Η Επιτροπή, που παρομοιάζεται με την κυβέρνηση της Ε.Ε. έχει, μεταξύ άλλων, και την ευθύνη προτάσεως νόμων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο από κοινού με το Συμβούλιο της Ε.Ε. νομοθετεί. Τα πρόσωπα που μετέχουν σε πλήθος οργάνων της Ε.Ε., όπως και το Συμβούλιο της Ε.Ε., η Ευρωπαϊκή Τράπεζα, ο Ευρωπαίος Επόπτης προστασίας δεδομένων, η Επιτροπή των περιφερειών, ο Ευρωπαίος διαμεσολαβητής, διοργανικές υπηρεσίες κ.α. διορίζονται συνήθως έπειτα από πρόταση των εθνικών κυβερνήσεων, καθώς πρέπει να προέρχονται από όλα τα κ-μ. Δημιουργείται λοιπόν, ένα χάσμα μεταξύ του μέσου ψηφοφόρου και των καθοριστικών για την ζωή του κέντρων αποφάσεων. Έτσι, μια απόφαση που εν δυνάμει είναι πρωταρχικής σημασίας δια αυτόν, λαμβάνεται όχι μόνο μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο διαμονής του, αλλά και από πρόσωπο διοίκησης, μη εκλεγμένο δημοκρατικά. Ειρήσθω εν παρόδω πως προκαλεί κλαυσίγελο μία περίπτωση σχετιζόμενη με τα λεωφορεία σε χωριά της Μ. Βρετανίας. Συγκεκριμένες αρμοδιότητες από την τοπική κυβέρνηση είχαν εκχωρηθεί τις Βρυξέλλες. Μία οδηγία όριζε πως οι οδηγοί των λεωφορείων δεν θα εργάζονται πάνω από συγκεκριμένες ώρες κάθε ημέρα. Οι οδηγοί δεν εργάζονταν περισσότερο, και πολλά χωριά έμειναν χωρίς εβδομαδιαία συγκοινωνία, με την τοπική κυβέρνηση να παρακολουθεί απλώς το φαινόμενο. Άλλο παράδειγμα κακής λειτουργίας της ευρωπαϊκής διοίκησης αφορά το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, μέρος ενός διαρκώς επεξεργαζόμενου ευρωπαϊκού ποινικού κώδικος, που κράτησε έναν Βρετανό πολίτη βάσει κατηγορίας απάτης σε φυλακή της Ουγγαρίας, χωρίς να έχουν τα βρετανικά δικαστήρια αρμοδιότητα για το ζήτημα και το κυριότερο χωρίς να υφίστανται στοιχεία για την ενοχή του. Η αποδοκιμασία ήταν εμφανής(12). Τα αναφερθέντα παραδείγματα απεικονίζουν την απόσταση του μέσου πολίτη από τα κέντρα των αποφάσεων. Μια διάσταση μεταξύ δύο υποκειμένων, που άλλοτε λειτουργεί ευεργετικά, άλλοτε αρνητικά. Η άσκηση κριτικής βάσει αυτών σίγουρα θα ήταν επισφαλής. Περαιτέρω, διαπιστώνεται πως ο ευρωπαίος πολίτης, αναδεικνύει δημοκρατικά τους βουλευτές του κράτους μέλους και τους ευρωπαίους βουλευτές. Όλοι οι υπόλοιποι εκλέγονται εκ νέου από τα κοινοβούλια ή διορίζονται. Χαρακτηριστικό είναι πως ο ευρωπαίος βουλευτής εκπροσωπεί 675.654 περίπου πολίτες, ενώ για παράδειγμα ο Έλληνας βουλευτής εκπροσωπεί περίπου 36.667. Η αναλογία τεκμηριώνει κάποια αδυναμία εκπροσωπήσεως από έναν άνθρωπο τόσων χιλιάδων άλλων. Το ζήτημα σχετίζεται με την προσφορότατα μεταβιβάσεως των αιτημάτων στο κρίσιμο επίπεδο διαβούλευσης. Πίσω όμως, στο σημείο εκκίνησης του συλλογισμού, δημιουργείται δια της αναμφισβήτητης περιπλοκότητας λειτουργίας της Ε.Ε. defacto έλλειμμα δημοκρατίας.
Το ζήτημα της ομοσπονδοποίησης λοιπόν, ενέχει δύο τρωτά σημεία(13):
1)μπορεί να παραμελήσει τις διαφορετικότητες των πληθυσμών, εφόσον στο αχανές πληθυσμιακό ψηφιδωτό η νομοθετική πρόβλεψη δεν είναι απίθανο να μην τους λάβει υπόψιν της. Παραπέμπουμε, επί παραδείγματι στα προειρημένα, καθώς και στο πολύμορφο πλήθος μειονοτήτων που κατοικούν στην Ε.Ε.
2)Είναι δυνατό να εγκολπωθούν αντιδημοκρατικές τάσεις, σε ένα παιχνίδι μεταξύ δημοκρατικά εκλεγμένων οργάνων και καθ’ ύλη αποφασιζόντων οργάνων, τα οποία μπορεί να διαφέρουν. Έτσι, δημιουργείται ένα χάος σε περίπτωση που το εκλεγμένο όργανο δεν έχει τις κρίσιμες αρμοδιότητες στα χέρια του.
Πέραν όμως ατυχών διοικητικών σφαλμάτων, έχει υποστηριχθεί με αποχρώντα επιχειρήματα, ότι η ομοσπονδοποίηση δεν είναι μια ξεκάθαρη επιθυμητή επιλογή οργάνωσης από τους λαούς ή τα έθνη, αλλά ένα τέχνασμα όταν το κράτος δεν μπορεί να επιβιώσει με κανέναν άλλον τρόπο(14). Αν αυτό είναι αλήθεια, και εφόσον τα κ-μ μόνα τους δεν δύνανται να επιβιώσουν, τότε ας διαφυλαχθούν τα έθνη. Δεν θα εισέλθουμε σε αναλύσεις περί έθνους. Τούτα αφίενται στους αναλυτές του Φίχτε, του Κάτωνος του Πρεσβύτερου, του Ισοκράτους κ.α. Συμφωνούμε όμως, ότι έθνη υπάρχουν και πρέπει να συνεχίσουν να υπάρχουν, προασπιζόμενα το σύνθετο οικουμενικό ψηφιδωτό. Άλλως η ομοιομορφία θα μεταφραστεί σε τελετή τέλους της Ιστορίας. Πράγματι, κυττώντας τη μεγάλη εικόνα, διαφαίνεται στον ορίζοντα πως ενώπιον των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων το ευρωπαϊκό έθνος κράτος δεν μπορεί να σταθεί ισάξια. Η παρούσα Ε.Ε. μάλιστα αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις οικονομικές πιέσεις άνευ κλονισμών. Η προϊούσα ενοποίηση, είναι μάλλον ή ήττον, αδήριτη, αν κανείς προσδοκεί την συμπόρευση του με το βαγόνι του τρένου των εξελίξεων, και όχι της ανώμαλης εξερεύνησης με την άμαξα και το άλογο. Ο εξεταζόμενος ευρωσκεπτικισμός, λειτουργεί ως αγωγή όταν χρησιμοποιείται ως μέθοδος επιτεύξεως της προσδοκώμενης μεγιστοποίησης ισχύος ∙ ως δημαγωγία λειτουργεί όταν μετέρχεται τη στείρα άρνηση. Και τούτο διότι είναι ανεδαφική και αντεθνική η στείρα άρνηση ενός εγχειρήματος αυξήσεως της ισχύος. Πριν εισέλθουμε, στο ζήτημα της ομοσπονδοποίησης, παρασυρόμενοι από τη realpolitik, ταιριάζει, νομίζω μια αναφορά στον τρόπο λήψης της ιδέας της Ευρώπης από την κοινή γνώμη στην Ελλάδα.
Η πλειονότητα της κοινωνίας αντιμετωπίζει την Ε.Ε ως μια «μαμά», που δίδει κονδύλια, επιχορηγήσεις, μας προστατεύει από έξωθεν απειλές ( κι ας μην είχε επικυρωθεί μέχρι πρότινος συμφωνία στρατιωτικής αλληλεγγύης, κι ας υπάρχει ένα μικρό μόνο στρατιωτικό ευρωπαϊκό τμήμα), προσφέρει κύρος, καλύπτει τα κακώς κείμενα, νουθετεί τα χρονίζοντα πάθη μας ( όπως εν καιρώ κρίσης με τα μνημόνια ή λοιπές «συμφωνίες»), μας κρατά στην κοιτίδα του πολιτισμού, εφόσον εκεί τοποθετείται ο Διαφωτισμός. Τι κι αν κύρια αίτια αυτού ήταν η πτώση της Κωνσταντινούπολης, που οδήγησε τους έλληνες λόγιους στην Δύση; Η μεγάλη Ευρώπη μεταφέρεται, ως άλλος αστικός αθηναϊκός μύθος, σαν την αυτόφωτη κόρη του ενός ενανθρωπισμένου Θεού. Μάλιστα, αυτό το είδος υποτακτικότητας απέναντι σε γνώμες ευρωπαίων εντοπίζεται συχνά στις επιστήμες.Φυσικά, υπάρχει και η άλλη άποψη περί δαιμόνιου «διευθυντηρίου» των Βρυξελλών, δεσποτικής Γερμανίας, χιτλερικών απογόνων, που παίζουν στη νεοφιλελεύθερη σκακιέρα και χάνουν το ιππικό του λαϊκού αγώνος και του καθημερινού μόχθου. Τέτοιες γνώμες, συχνά υπερκεράζουν εθνικιστικές κορώνες, ευρίσκοντας σε αυτές την βάση για την θεμελίωση ενός προσωποκετρικού δονκιχωτισμού ορισμένων φιλόδοξων πολιτευτών. Σπάνια, τίθενται τα ζητήματα στη θέση που τους αρμόζει, τη θέση της διαρκούς αλληλεπίδρασης δηλαδή. Χάριν δε, ιστορικών τεκμηρίων, ο ευρωπαϊκός χώρος διεσώθει ιστορικά εναντίον των Αράβων τόσο από τον Φράγκο βασιλέα Κάρολο Μαρτέλο στο Πουατιέ, όσο και από τον Λέοντα τον Γ’ τον Ίσαυρο.
Επιστρέφοντας, όμως στην κύρια ανάλυση, είναι εύδηλο πως η Ε.Ε. αποτελείται από χώρες με διαφορετικές κουλτούρες, τρόπους ζωής και συμπεριφορές καθημερινότητας. Μολονότι, έτσι ερμηνευμένος ο τρόπος του ζην στα συνθετικά του καλείτο να φωτίσει την βουλησιαρχική οργανωτική δομή της Ε.Ε., η Συνθήκη του Μάαστριχ ακολούθησε έναν διαφορετικό δρόμο, ένα μοντέλο διάρθρωσης από πάνω προς τα κάτω. Όπως ακριβώς ο Λένιν ή ο Στάλιν πίστευαν ότι θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον εγωισμό με πράξη νομοθετικού περιεχομένου και όχι με παιδευτική προσήλωση στο καλό καγαθό, έτσι και η Ε.Ε. έχτισε την δομή της χωρίς:
- I) την πρότερη κοινωνική διεργασία των ζητημάτων, αλλά ακολούθησε απευθείας την επιβολή των νέων οριζόντων δράσης,
«Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς τα κίνητρα των δανειζομένων από εθνικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αν νομίζει πως η Ε.Ε. είναι μια εκτεταμένη οικογένεια που ο καθένας μπορεί να πάρει δάνεια, των οποίων την αποπληρωμή εγγυάται η οικογένεια του. Είναι φυσικά χαρούμενος! Τα ασύμμετρα κίνητρα δημιουργούν ανευθυνότητα, βραβεύουν την αυτή ανευθυνότητα και οδηγούν σε αγώνες χρέους» τονίζει ο
WolfgangKasperέτσι, έγινε απαιτητή αναδρομικά η συνειδητοποίηση πως δεν υπάρχει δάνειο χωρίς τόκο, ανταμοιβή χωρίς αμοιβή, επιτυχία χωρίς σκληρή προσπάθεια. Τίποτα δε χαρίζεται, τίποτα δε δωρίζεται ελαφρά τη καρδία. Η Ελλάδα μπήκε εξ υπαρχής σε μία ένωση με την οποία δεν συμβάδιζε οικονομικά. Μάλιστα, η κατ΄ άρθρο 237 παρ 1 ΣυνθΕΟΚ γνώμη της Επιτροπής να παραταθεί το προενταξιακό στάδιο, για την αποκατάσταση των συνθηκών μετά τη δικτατορία, δεν εισακούστηκε από το Συμβούλιο, ευτυχώς ή δυστυχώς, που ενέκρινε την ένταξη(16). Ένα επιπλέον ζήτημα ήταν αυτό του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Όπως ορίζεται και από τον AdamSmith, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ορίζονται από τη βάση, από την επιθυμία των συμμετεχόντων στην αγορά να επεκτείνουν και να απλοποιήσουν τις εμπορικές τους σχέσεις. Μία τέτοια διαδικασία δεν όρισε τις εξελίξεις στη Γηραιά Ήπειρο. Αντίθετα, τα πάντα σχεδόν επιβλήθηκαν, από τις ιδρυτικές συνθήκες που διαπραγματεύτηκαν τα κ-μ. Στο μεταίχμιο μεταξύ ομοσπονδοποίησης και ανεξάρτητης πορείας του κάθε κράτους μέλους, τα προβλήματα μεγεθύνονται. Κανένα μέλος δεν χαίρει των πλεονεκτημάτων της ομοσπονδοποίησης, αλλά υποφέρουν των βασάνων αυτής, εφόσον περιστέλλεται η δράση τους.
Η αναγκαία ομαδοποίηση, μέσω της ομοσπονδοποίησης, εν καιρώ αδυναμίας ισχύος δηλώνεται όπως προαναφέρθηκε σε όλους τους τόνους. Η δομή όμως αυτή, δεν μπορεί παρά να μην υποβαθμίσει τον ρόλο των εθνών, δηλαδή τον ρόλο των ιδιαιτεροτήτων που υπάρχουν στην Ε.Ε. Οι ενδοιασμοί, προκύπτουν από την σκέψη πως, εφόσον το κέντρο της ομοσπονδίας, μέσα στο πλήθος των αρμοδιοτήτων κατέχει και το «πρώτο κινούν», το χρήμα, τότε αν η δομή της ομοσπονδίας δεν κρατεί τις αναγκαίες ισορροπίες δυνάμεων, δεν θα ήταν ξένο προς το ιστορικό γίγνεσθαι να επιδιώξει κανείς την κυριαρχία επί των υπολοίπων. Ή ακόμα πιο σύνθετα, να επιχειρήσει την εξάλειψη των ιδιαιτεροτήτων, βάσει της καλλιέργειας μιας καινής ταυτότητας. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας στάσης θα ήταν σίγουρα πιο οδυνηρό από το πρώτο. Σε κάθε περίπτωση, σημασία για την αποφυγή των κινδύνων έχει ο τρόπος δόμησης της ομοσπονδίας.
«ανταγωνιστικής ομοσπονδοποίησης» (competitivefederalism), προτείνεται από εκείνους που επιθυμούν να εφαρμόσουν τις αρχές της ελεύθερης αγοράς στην διακυβέρνηση της ομοσπονδίας. Η πρόταση διατείνεται πως οι πιο αποτελεσματικές πολιτικές πραγματοποιούνται δια του διαρκούς ανταγωνισμού. Έτσι, οι περιφέρειες, ανεξάρτητες σε πληθώρα ζητημάτων από ένα μη παρεμβαίνον κέντρο (δηλαδή διατηρώντας αρκετές από της αρμοδιότητες τους στην περίπτωση της Ε.Ε.), ανταγωνίζονται μεταξύ των με στόχο την καλλίτερη δυνατή απόδοση. Τα θετικά γίνονται αιτία ανάπτυξης του ομοσπονδιακού κράτους, ενώ τα αρνητικά θεραπεύονται από το τελευταίο. Το 1994 ο WolfgangKsaper όρισε τις τέσσερις αρχές της ανταγωνιστικής ομοσπονδοποίησης στην Αυστραλία:Locke, υποστηρίζοντας την μη παρέμβαση, παρά μόνο όταν θίγεται η τάξη και ασφάλεια. Κατά πόσον, μια τέτοια διάρθρωση δεν θα καταλήξει σε εξουσιαστικές τάσεις της κυβέρνησης, ήτοι του κέντρου, θα σεβαστεί, την κατά τόπον αυτονομία, και θα αφήσει για τον εαυτό της έναν τρόπον τινά δευτερεύοντα ρόλο είναι ζήτημα που λύεται δια της ορθής διάρθρωσης του εγχειρήματος, με την δημιουργία προσφυούς Συνταγματικού κειμένου δηλαδή. Μια τέτοια ένωση, στην μικρή Ευρώπη των πολλών ιδιαιτεροτήτων θα μπορούσε να εξελιχθεί σε γόνιμη διαδικασία, υποδαυλίζοντας αλματώδη πρόοδο οικονομικά, επιστημονικά, καλλιτεχνικά κλπ.
Το σχέδιο της
Μια άλλη δομή, ερευνητέα, είναι αυτή της
δικτυακής οργάνωσης της Ευρώπης. Η έννοια προέρχεται από τον επιχειρηματικό τομέα(17). Αφορά τον συντονισμό μιας ομάδας αντιπροσώπων από όλες τις κατευθύνσεις και όλα τα επίπεδα, ίσων μεταξύ τους, συμμέτοχων σε μια αντιεξουσιαστική (προς αντιπαραβολή στην Ιεραρχία) αλληλεπίδραση. Το κάθε μέρος συμπεριφέρεται αυτόνομα και ανεξάρτητα υπό τη στέγη ενός ασφαλούς περιβάλλοντος, όπου αλληλεπιδρά στους τομείς που επιθυμεί με τους εταίρους του. Ο τρόπος εφαρμογής μια τέτοιας δομής, βέβαια, προβληματίζει. Με διμερείς ή και περισσότερες συμφωνίες διεθνούς δικαίου υπό το κάλυμμα ευρύτερης συνομοσπονδίας, ώστε να διατηρούνται οι τομείς στους οποίους παραδοσιακά ένα κράτος επιθυμεί να ασκεί απόλυτη κυριαρχία και να προωθείται η αγαστή συνεργασία σε άλλους που το καθένα βάσει της ελευθερίας επιλογής θα επιθυμεί; Αυτό διαφαίνεται το πιο πιθανό σενάριο. Παρόλ’ αυτά, το κρισιμότερο στοιχείο ενός δικτύου είναι ο τόπος που αυτό εδραιώνει την αλληλεπίδραση. Συμπεραίνουμε, συνεπώς, ότι οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες θα οργάνωναν το πεδίο συνεργασίας των κρατών. Η δικτυακή οργάνωση προσιδιάζει σε ένα είδος συνομοσπονδίας. Το κάθε κράτος διατηρεί τον χαρακτήρα του, αλλά συνεργάζεται στους τομείς που αυτό επιθυμεί, διαπλάθοντας τις συνεργασίες του κατά ελεύθερη βούληση. Η συζήτηση περί ενός έτσι πολυπλοκότερου μοντέλου αλληλεπιδράσεως αντιπροσώπων από κάθε κράτος που σε πολλαπλά και αλληλεξαρτώμενα επίπεδα προτείνουν, αντιπροτείνουν και λαμβάνουν αποφάσεις, μάλλον εκφεύγει της ρεαλιστικής προσέγγισης.
Κάθε φορά που εφαρμόστηκε ο συγκεντρωτισμός ως τρόπος διοικήσεως, τα αποτελέσματα ήταν τουλάχιστον λυπηρά. Υπενθυμίζεται πως ο Εθνικοσοσιαλισμός και ο Κομμουνισμός οργανώθηκαν στην βάση μιας τεράστιας κρατικής οντότητας, θεμελιωμένης εξ’ ολοκλήρου στην γραφειοκρατία, παρεμβατικής και ρυθμίζουσας αρχικά την οικονομία, και μετ’ έπειτα κάθε ζωτική έκφανση.
Μελετώντας κανείς την Ε.Ε., αντιλαμβάνεται πως η κίνηση προσφέρει το βίωμα, και το ίδιο αυτό βίωμα διδάσκει για το μέλλον. Αντίθετα, η δεσμευτικότητα των θέσεων προσφέρει ατονία, που ατροφεί την εξέλιξη. Ο πόλεμος σε ακίνητα και μονοδιάστατα δόγματα είναι πράξη αναμφισβήτητα επαναστατική, ριξηκεύλευθη. Αν δεχτούμε μια δεδομένη τάξη, μια ορισμένη διάρθρωση, μια δομή ως πανάκεια είναι σχεδόν βέβαιο πως θα αποτύχουμε εξετάσουμε σωστά. Η λύση βρίσκεται στην κίνηση, στη διαρκή εξέλιξη, στην μετατόπιση, στην ευκαμψία.
Συνεπώς, κατ’ αρχάς οι βασικές πολιτικές της Ε.Ε. ωφέλιμο είναι να σκοπούν:
i)στη διασφάλιση της κοινής αγοράς, της ελεύθερης κυκλοφορίας αγαθών και προσώπων, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας
ii) στη τόνωση της επιχειρηματικότητας, με την παροχή φορολογικών κινήτρων σε γηγενείς και νεοεισερχόμενους (newcomers) για καινοτομίες ή καινούργιες επενδύσεις
iii) στην σταδιακή επέκταση των αρμοδιοτήτων σε ένα είδος αμυντικής συμμαχίας, με στόχο την αδιαμφισβήτητη και εν τα στρατιωτικά δρώμενα μεγιστοποίηση της ισχύος – η οικονομία σε ένα δεδομένα ασφαλές περιβάλλον αναπτύσσεται ταχύτερα.
Το να συζητάμε για μία ομοσπονδοποίηση, χωρίς να υπάρχει καθορισμένο σχέδιο αυτής είναι σαν να συζητάς για ένα βιβλίο που δεν έχει ακόμα εκδοθεί. Όπως και αν ονομάσει κανείς την επιθυμητή οργάνωση της Ε.Ε., «χαλαρή συνομοσπονδία», «δικτυακή οργάνωση», «ανταγωνιστική ομοσπονδοποίηση», «ομοσπονδοποίηση», οφείλουμε πρώτιστα να εξετάσουμε τα ειδικά ζητήματα. Στόφα εξέλιξης σίγουρα ενυπάρχει σε αυτό το εγχείρημα, αρκεί η δομή της ένωσης να επιτρέπει την έκφραση της διαφορετικότητας, να σέβεται την καθεμιά ξεχωριστή λαϊκή ιδιοπροσωπία, να θεσμοθετήσει την defacto ισότητα των μελών, να αφήνει περιθώρια στην ιδιαιτερότητα των εθνών, να ενισχύει και να σέβεται τις ταυτότητες, να προωθήσει ένα πλήρως αποκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης της ομοσπονδίας, το ίδιο τέλος να πράξουν και οι περιφέρειες. Μία ασφαλής «ομπρέλα» προστασίας (πανευρωπαϊκό συνταγματικό κείμενο), η εξασφάλιση ενός ελαχίστου διατηρήσεως της ανομοιομορφίας και η αέναη επιδίωξη επικοινωνίας των κ-μ είναι όλα τούτα τα χρειώδη για την εύρυθμη λειτουργία ενός ευνομούμενου όλου, αλλά και για την καίρια αντιμετώπιση όλων των εξωτερικών κινδύνων. Θα ολοκληρώσουμε το δοκίμιο με μία φράση του SirWinstonChurchill για την Ιδέα της Ε.Ε. : «Έχουμε το δικό μας όνειρο, τη δική μας εργασία. Είμαστε μαζί με την Ευρώπη αλλά όχι μέρος αυτής. Είμαστε συνδεδεμένοι, αλλά όχι ενωμένοι. Έχουμε κοινά συμφέροντα, και συσχετιζόμαστε, αλλά δεν είμαστε απορροφημένοι από αυτήν»(18))
(1) Το ερώτημα ήταν το εξής: «Πρέπει να γίνει αποδεκτό το σχέδιο συμφωνίας, το οποίο κατέθεσαν ηΕυρωπαϊκή Επιτροπή, ηΕυρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζακαι τοΔιεθνές Νομισματικό Ταμείοστο Eurogroup της 25.06.2015 και αποτελείται από δύο μέρη, τα οποία συγκροτούν την ενιαία πρότασή τους;
Το πρώτο έγγραφο τιτλοφορείται «Reforms for the completion of the Current Program and Beyond» («Μεταρρυθμίσεις για την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και πέραν αυτού») και το δεύτερο «Preliminary Debt sustainability analysis» («Προκαταρκτική ανάλυση βιωσιμότητας χρέους»). Όσοι από τους πολίτες της χώρας απορρίπτουν την πρόταση των τριών θεσμών ψηφίζουν: ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΕΤΑΙ/ΟΧΙ. Όσοι από τους πολίτες της χώρας συμφωνούν με την πρόταση των τριών θεσμών ψηφίζουν: ΕΓΚΡΙΝΕΤΑΙ/ΝΑΙ. Ο λόγος σύγχυσης σχετιζόταν με τις συνέπειες του «ΟΧΙ», εφόσον πολλοί υποστήριζαν πως αποτέλεσμα υπέρ του «ΟΧΙ», θα προκαλούσε την έξοδο της Ελλάδος από την Ε.Ε
(2) Γ.-Ε.Φ.Καλαβρός-Θ.Γ.Γεωργόπουλος «Το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης» 2η Έκδοση, Α’ Μέρος, I, A.
(3)Επί παραδείγματι, ο κανονισμός ή η οδηγία της Ε.Ε. έχει άμεσα δεσμευτική ισχύ για το κράτος-μέλος(κ-μ) της Ένωσης. Επισημαίνεται, πως στην περίπτωση της οδηγίας το κ-μ δύναται να ζητήσει ένα διάστημα παράτασης έξι μηνών έως ότου την ενσωματώσει στο εθνικό δίκαιο.
(4)Έτσι οι αποφάσεις, συστάσεις, γνώμες, που το κράτος δεν δεσμεύεται κατ’ αρχήν να τις εντάξει στο εθνικό δίκαιο.
(5)Ενδεικτικά: ΗΕυρωπαϊκή Επιτροπή, θεσμός τηςΕυρωπαϊκής Ένωσης, έλαβε καθεστώς κράτους παρατηρητή στη Γενική Συνέλευση με την Απόφαση 3208 το 1972. Με τηΣυνθήκη της Λισαβόναςτο 2009, οι αντιπρόσωποι εξουσιοδοτούνταν κατευθείαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δόθηκαν πλήρη δικαιώματα στη Γενική Συνέλευση, εκτός του δικαιώματος της ψήφου και της υποβολής υποψηφίων, με την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης A/RES/65/276 στις 10 Μαΐου 2011.Είναι το μόνο μη κράτος μέλος σε πάνω από 50 διεθνείς συνθήκες και έχει συμμετάσχει ως πλήρες μέλος με κάθε τρόπο εκτός της ψήφου, σε πολλές συνδιασκέψεις του ΟΗΕ. από:
Διαφορετικά όμως, στον ΠΟΕ, όπου Βάσει της Συνθήκης της Ε.Ε., επίσημος Διαπραγματευτής της Κοινότητας σε όλες τις συμφωνίες του ΠΟΕ, είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Ελλάδα, όπως και τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ε.Ε., συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση των θέσεων και των επιχειρημάτων της Ε.Ε.
από:
http://www.minagric.gr/index.php/el/the-ministry-2/agricultural-policy/koinotsxeseis/dienorgan/1233-pagkorganemp
Ή άλλοτε μπορεί να συνεργάζεται αυτοβούλως η Ε.Ε. με διεθνής οργανισμούς όπως στην περίπτωση του Διεθνή Υδρογραφικού Οργανισμού.
από:
http://www.iho.int/mtg_docs/com_wg/IRCC/EC_IHO/EC-IHO-07/meeting%20between%20%20IHO%20EU%20and%20EC%20DG%20Mare%2028%2029%20January%202015.pdf
(6)Θα προτιμάται από εδώ και στο εξής η χρήση των όρων ομοσπονδοποίηση- αντιομοσπονδοποίηση, συνώνυμων των φεντεραλισμός- αντιφεντεραλισμός. Η αιτία της επιλογής σχετίζεται με την επιθυμία χρήσης της ελληνικής λέξης. Ο φεντεραλισμός αποτελεί δάνειο των επείσακτων όρων : federalism, federalismus, federation κ.α.
(7)Χώρες όπως η Νορβηγία, οι οποίες διατηρούν «εχθρική» στάση, δεν αναφέρονται εφόσον δεν προσφέρουν κάτι ξεχωριστό στο διάλογο.
(8)Οι αιτίες αυτής της ιδιαίτερης αντιμετώπισης, δεν προσιδιάζουν στην ανάλυση μας.
(9)Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό Συνωνύμων- Αντωνύμων της νέας ελληνικής γλώσσας.
(10)Ολόγοςγίνεταιχάριντωνεξήςκομμάτων: Europe of Freedom and Direct Democracy(EFDD or EFD2), Europe of Nations and Freedom (ENF), European Conservatives and Reformists(ECR) .
(11)Ενδεικτικά: Κωνσταντίνος Χολέβας, Φεντεραλιστής σε λάθος εποχή:
http://thriskeftika.blogspot.gr/2012/02/blog-post_3272.html
(12)http://www.bbc.com/news/uk-politics-24766484
(13)Larry Yackle-Competitive Federalism: Five clarifying questions :
http://www.bu.edu/bulawreview/files/2014/08/YACKLE.pdf
(14) Malcolm M. Feeley and Edward Rubin- Federalism: Political identity and tragic compromise(2008)
(15)Wolfgang Kasper- Nothing new on the Euro front :
http://www.econlib.org/library/Columns/y2011/Kaspereuro.html
(16)Γ.-Ε.Φ. Καλαβρός-Θ.Γ. Γεωργόπουλος : Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης I, Δ, 3α.
(17)John Kotter- Hierarchy and Network: Two structures, one organization
https://hbr.org/2011/05/two-structures-one-organizatio/
(18)“We have our own dream and our own task. We are with Europe but not of it. We are linked, but not combined. We are interested and associated, but not absorbed.”