Του Ραφαήλ Καλυβιώτη
ΓΙΑΤΙ ΑΠΟΥΣΙΑΖΕΙ Ο ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ;
Χρόνια τώρα στην Ελλάδα, οι συζητήσεις για το τί πρεσβεύει ο ευρύτερος χώρος που οριοθετείται από το ‘πατριωτικό ΠΑΣΟΚ’ έως δεξιόθεν της ‘Νέας Δημοκρατίας’ έχουν αναμασηθεί δίχως όμως κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα. Παρά ταύτα, μέσα σε αυτό το συνονθύλευμα απόψεων, το σίγουρο είναι ότι δεν παρήλθε το κατά Φουκουγιάμα «Τέλος των Ιδεολογιών». Και παρόλη την εκτενή αναφορά από διαφόρους αναλυτές ότι ο άξονας Αριστεράς – Δεξιάς αποτελεί παρελθόν, ένα Ιδεολογικό κενό προβάλει πιο επίκαιρο από ποτέ έπειτα από την επικείμενη διάλυση του ακροδεξιού, ναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής.
Το κενό αυτό ιστορικά πρωτοεμφανίζεται επέκεινα της πτώσεως της στρατιωτικής δικτατορίας η οποία καταλαμβάνοντας την εξουσία με τα άρματα προέβαλλε έναν σκληρό «αντι – κομμουνισμό» εκμεταλλευόμενη την ανησυχία που είχε καταβάλει το σύνολο του δυτικού κόσμου λόγω της διεξαγωγής του Ψυχρού Πολέμου. Από τη μία, η ελληνική κοινωνία ενθυμούμενη τα φρικιαστικά γεγονότα του εμφυλίου αλλά και ένεκα της κακώς εννοούμενης «έξης» σε στρατιωτικές ανατροπές της δημοκρατίας ως συχνό φαινόμενο κατά το παρελθόν, ανέχθηκε προσωρινά τα τετελεσμένα.
Η ελληνική κοινωνία όμως εκείνης της περιόδου ήταν μία διαφορετική κοινωνία εν σχέσει με την μεταπολεμική. Η αστικοποίηση, δηλαδή η κίνηση από την ύπαιθρο στις μεγαλύτερες πόλεις προς εύρεση εργασίας, είχε σταδιακά δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες που είναι απαραίτητες για την δημιουργία μίας ευρύτερης μεσαίας τάξης. Η τελευταία συναποτελείτο και από μία νέα γενιά η οποία μόνον από διηγήσεις γνώρισε τα γεγονότα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και του ελληνικού εμφυλίου. Τουτέστιν, ήταν αδύνατο να μην παρασυρθεί από τα κατά Ίνγκλεχαρτ ‘μετα – υλιστικά’ αιτήματα του αριστερίστικου Μάη του ’68. Ήταν αδύνατο δηλαδή να δεχθεί να ζήσει την ζωή της πειθαρχώντας σε ένα στρατιωτικό καθεστώς μόνο και μόνο επειδή της προσέφερε θέσεις «προστασία» από τον «κομμουνιστικό κίνδυνο».
Έτσι, έπειτα από την ανατροπή της στρατιωτικής δικτατορίας καταδικάστηκαν συλλήβδην στην συνείδηση της νέας γενιάς οι όροι «Έθνος» και «Πατρίδα» διότι συνδέθηκαν αναπόδραστα με τα πρόσωπα εκείνα που τα κατεχράσθηκαν, ήτοι της Χούντας. Η επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή ως κοινά αποδεκτής φυσιογνωμίας συνοδεύθηκε με αυτό το ενοχικό και ευατοφοβικό συναίσθημα. Ο τελευταίος δημιούργησε ένα προσωποπαγές κόμμα στον χώρο της κεντροδεξιάς κάτω από ένα νεφελώδες πρόταγμα, αυτό του «ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού», διότι έτσι μόνον μπορούσε να χαλιναγωγήσει τα πάθη του «αντι – δεξιού» χώρου. Η Νέα Δημοκρατία μπορεί να εμπεριείχε στους κόλπους της Συντηρητικούς πολιτικούς, Συντηρητικούς ψηφοφόρους και Συντηρητικές αντιλήψεις αλλά η ιδρυτική της διακήρυξη ήταν γενική και ασαφής. Τόσο «ριζοσπαστικός» ήταν αυτός ο «φιλελευθερισμός» που πλήθος κρατικοποιήσεων έλαβαν χώρα επί των ημερών του βάζοντας τα λιθαράκια της καταστροφής της έννοιας «επιχειρηματικότητα». Το σύνδρομο του «κράτους της δεξιάς» διεπότιζε το «είναι» της και η απολογητική της στάση προδίκασε την κυριαρχία επικείμενου καταστροφέα της Ελλάδας, του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ). Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, δεσμευμένος από τις συνθήκες, αναγκάστηκε να ανεχθεί την ιδεολογία των ηττημένων του εμφυλίου.
Εκ συστάσεώς του το ΠΑΣΟΚ εγκαινίασε έναν πολιτικό λόγο ο οποίος ήταν αμφίσημος. Από την μία αυτοπαρουσιαζόταν από το 1974 ως ένα ριζοσπαστικό «αντι» – ιμπεριαλιστικό μόρφωμα βασισμένο στις αρχές του ακροαριστερού ΠΑΚ. Αυτό εξυπηρετούσε στην προσέλκυση των μαζών εκείνων που είχαν “στενοχωρηθεί” από την ήττα του κομμουνιστικού στρατού κατά την διάρκεια του εμφυλίου. Από την άλλη, όσο πλησίαζε ο καιρός για να αναλάβει την ηγεσία εμφανιζόταν ως το «κίνημα της αλλαγής», ο «αντι» – δεξιός πόλος που διεκδικούσε την εξουσία. Από την μία οι διακηρύξεις του εντάσσονταν αναθεωρητικά στην έννοια του έθνους ως συλλογικής συνείδησης και από την άλλη προέβαλλε έναν «εθνικιστικό» χαρακτήρα τριτοκοσμικού τύπου με όχημά του το κράτος. Αυτός ο δημαγωγικός, πολυσυλλεκτικός λόγος, είχε ως επίπτωση την απαρχή μίας πολιτικοϊδεολογικής σύγχυσης ανάμεσα στην κοινωνία με αποτέλεσμα να ανατραπούν οποιεσδήποτε ξεκάθαρες ταυτότητες ενυπήρχαν σε αυτήν.Το κενό που αναγκάστηκε να αφήσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν τόσο μεγάλο ώστε ακόμα και η έννοια «Έθνος» να συνδεθεί με τον «Σοσιαλισμό του Ανδρέα».
Κατά την περίοδο Σημίτη, το κράτος και πάλι απετέλεσε τον δίαυλο μέσω του οποίου ανέρχονταν σε θέσεις πανεπιστημιακές άνθρωποι ιδεοληπτικοί που ανήκαν εν τη πλειοψηφία τους στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Άνθρωποι που ενώ από την μία ήταν μακριά από την πραγματικότητα του Δυτικού τρόπου σκέψης σε σχέση με το πώς πρέπει να κατανέμεται η παραγωγή στην Ελλάδα, από την άλλη υιοθετούσαν άκριτα από τη Δύση ό, τι ήταν ικανό να κάνει πιο απαραίτητη την παρουσία τους ως οργανικούς διανοουμένους. Εισήγαγαν έτσι στην Ελλάδα με τον πιο βάναυσα ψυχολογικό τρόπο την έννοια της «πολυπολιτισμικότητας». Όταν λοιπόν η Ελλάδα έπρεπε να αντιμετωπίσει με ορθολογικό τρόπο το ζήτημα της μαζικής λαθρομετανάστευσης, «η δικτατορία της δημοκρατικής πολιτικής ορθότητας», μέσω των τηλεοπτικών καναλιών, κατείχε το μονοπώλιο της καταγγελίας. Όποιος δεν ήταν όμορος με τις θέσεις του ΣΥ.ΡΙΖ.Α αναγόταν αυτομάτως σε «φασίστα». Η απολογητική ιδεολογικά κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή του νεοτέρου, ουδεμία ιδέα είχε στο πώς θα αντικρούσει την ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Προτίμησε αντ’ αυτού να σκύψει το κεφάλι και με μπόλικη δόση ηττοπάθειας να κατασκευάσει ευκαιριακά ιδεολογήματα τύπου «μεσαίου χώρου» και να επιμένει σε αυτά, την ώρα που έπρεπε να δίνει πειστικές απαντήσεις.
Τέλος, πρέπει να γίνει αναφορά και στην τελευταία διακυβέρνηση. Η κυβέρνηση Σαμαρά ενώ επανέφερε στον δημόσιο λόγο τον πατριωτισμό και τη Συντηρητική Ιδεολογία είναι ανακόλουθη σε πάρα πολλές προεκτάσεις της, όπως στον ορισμό στελεχών εν αναλογία του πόσο καιρό έχουν διατελέσει σε κομματικές οργανώσεις και “αφισοκόλληση”,στην επιμονή της πορείας προς έναν αντιφιλελεύθερο μηχανισμό, ήτοι το Ευρω – Κράτος και την δημιουργία Πρωθυπουργού της Ευρώπης, την στιγμή που όλοι οι Δυτικοί ευρωπαϊκοί λαοί είναι αναστατωμένοι με μία τέτοια προοπτική που καταλύει την αυτοδυναμία των Εθνών – Κρατών, στην υψηλή φορολογία είτε στις επιχειρήσεις είτε στις κατοικίες καταλύοντας με τον πιο χυδαίο τρόπο το προπύργιο της φιλελεύθερης και συντηρητικής ιδεολογίας, δηλαδή της Ιδιοκτησίας.
Συντηρητικοι.gr