To Άγιον Όρος έχει ένα ειδικό καθεστώς εντός του ορθόδοξου κόσμου. Η αθωνική μοναστική διοίκηση είχε ήδη αποκτήσει από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό[2] αυτονομία από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης και συνέχιζε να απολαμβάνει της αυτονομίας της ακόμη και επί οθωμανικού ζυγού. Στη σύγχρονη Ελλάδατο Άγιον Όρος ως «αυτόνομη μοναστική πολιτεία του Αγίου Όρους» διαθέτει ένα επί πλέον ειδικό καθεστώς. Από γεωπολιτική άποψη είναι μια μοναδική «κρατικιστική οντότητα» που δεν μοιάζει με την εδαφική τάξη των σύγχρονων εθνικών κρατών. Για τις παραδοσιακές κοινωνίες το ειδικό καθεστώς αυτοδιοίκησης των ιερών τόπων, που χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη παρουσία ιερότητας, είναι μάλλον ένα κανονιστικό φαινόμενο. Η σύγχρονη νεωτερικότητα προσεγγίζει το θέμα με διαφορετικό τρόπο: ενοποιεί την πολιτεία και στερεί ό, τι τη συνδέει με τη θρησκεία ενός τέτοιου ειδικού καθεστώτος. Αυτό ονομάζεται τιτλοποίηση (securitization). Ακόμη και η φανατικά θρησκευτική Μέκκα, η ιερή πόλη των καθώς αποτελεί το κέντρο της ορθόδοξης πνευματικότητας και μιας περιοχήςυπό τον «άμεσο έλεγχο» του Θεού. Ένα μέρος που αλληλοσυμπληρώνει τις γήινες με τις ουράνιες διαστάσεις. Από την άποψη της κοσμικής γεωγραφίας είναι απλά μια ορεινή χερσόνησος στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ για τους ορθόδοξους πιστούς σε όλο τον κόσμο αυτό το μέρος έχει μια καθολική και οικουμενική σημασία. Το Άγιον Όρος είναι η παγκόσμια ορθόδοξη μοναστική πολιτεία. Στο έδαφός του μπορούν να συναντηθούν εκπρόσωποι όλων των ορθοδόξων λαών: Ρώσοι, Έλληνες, Ρουμάνοι, Σέρβοι, Βούλγαροι, Άραβες, Αλβανοί, Σκοπιανοί, καθώς και όσοι ορθόδοξοι εκπρόσωποι άλλων εθνών και πολιτισμών που επιθυμούν να επισκεφθούν τα ρωσικά, σερβικά, βουλγαρικά και γεωργιανά μοναστήρια.
Η χερσόνησος, κάτω από το ωμοφόριο του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως, παραμένει αυτόνομη από αυτό και αναθεματίζει όλες τις πρόσφατες οικουμενικές καινοτομίες της. Είναι μια πολιτεία των μοναχών, όπως συχνά αποκαλείται, και την ίδια στιγμή μια παγκόσμια ορθόδοξη πνευματική «αυτοκρατορία σε μικρογραφία». Κάνοντας μια τέτοια σύγκριση δεν διαπιστώνεται τίποτα το παράδοξο, αφού οι Βυζαντινοί κληρονόμησαν τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και τη Ρωμαϊκή πολιτεία και διατηρήθηκαν -τουλάχιστον τυπικά – μερικά από τα χαρακτηριστικά της πρώην ρεπουμπλικανικής Ρώμης. Έτσι το να πάει κάποιος στο Άγιον Όρος για να γίνει μοναχός, εργαζόμενος σε μοναστήρι, προσκυνητής ή ως ένας αρχάριος δεν σημαίνει ότι αυτό χάνει από τα στοιχεία μιας πρώην εθνοτικής και εθνικής του ταυτότητας, αλλά ότι αποκτά μια νέα, βυζαντινή, παγκοσμιοτική και αυτοκρατορική ταυτότητα. Το Άγιον Όρος είναι η ορθόδοξη αυτοκρατορία του πνεύματος, η οποία έρχεται σε περαιτέρω αντίθεση με το στενό πλαίσιο της μικρής χερσονήσου, νοούμενη ως σύμβολο και ενσάρκωση μιας παγκόσμιας ορθόδοξης πνευματικής ενότητας.
Αυτό εξηγεί γιατί δόθηκε τόση προσοχή στο Άγιον Όρος από ηγεμόνες των χωρών που είχαν ως αίτημα την ιστορική συνέχιση του συντριφθέντος από τα χτυπήματα των Τούρκων Βυζαντίου, το 1453. Πρίγκιπες της Μολδαβίας και της Βλαχίας, αλλά και άρχοντες από τη Μόσχα έστελναν πλούσια δώρα. Όμως μόνο οι τελευταίοι φαίνεται να κερδίζουν δικαιώματα στο βυζαντινό αυτοκρατορικό καθεστώς. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν ο πρώτος Ρώσος κυβερνήτης που επισκέφθηκε το Άγιον Όρος το 2005, αποκαθιστώντας έτσι την επικοινωνία, η οποία είχε διακόψει τους δεσμούς όχι μόνο με το ρωσικό αυτοκρατορικό παρελθόν, αλλά και με τη βυζαντινή κληρονομιά. Ο Ρώσος Πρόεδρος και η από κοινού επίσκεψη του Πατριάρχη στο Άγιον Όρος αποδεικνύει τον «κατέχοντα» χαρακτήρα της ως μια δύναμη προσανατολισμένη στη διατήρηση της χριστιανικής πίστης και των χριστιανικών αξιών σε έναν κόσμο άνευ θεών που αντανακλά μια επικείμενη αποστασία. Θα μπορούσαμε άραγε να φανταστούμε ότι οι Δυτικοί, κατ’ όνομα χριστιανοί, ηγέτες θα μπορούσαν να αναλάβουν κάτι τέτοιο;
Η Ρωσία από τα πρώτα κιόλας χρόνια του εκχριστιανισμού[4], έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο Άγιον Όρος. Η άνθηση του ρωσικού μοναχισμού στο Άγιον Όρος[6] ως μια λύση στο σύνθετο θεολογικό ζήτημα μπορεί να μην ήταν η καλύτερη, ωστόσο κατέδειξε τη σοβαρότητα του προβλήματος για το σύνολο της ρωσικής κοινωνίας εκείνη την περίοδο – η Ρωσία ζούσε διά της θρησκευτικής φιλοσοφίας και το «ρωσικό» (με τη φυσική παρουσία Ρώσων και της συνεισφοράς τους σε αυτό) Άγιον Όρος ζούσε εν αυτώ. Ένα «ρωσικού τύπου» Άγιον Όρος μας έδωσε μεταξύ άλλων τον υπέροχο Αγίο Σιλουανό τον Αθωνίτη[8] ή το Γέροντα Τύχωνα[10]του Αθωνίτου. Η ρωσική πνευματική δραστηριότητα στην ιερά χερσόνησο συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια των διωγμών των Μπολσεβίκων στη Ρωσία. Επομένως το Άγιον Όρος για τη σύγχρονη Ρωσία έχει μια άμεση σύνδεση με τη δική της ιστορία, τον πολιτισμό και την πνευματικότητα. Σε αντίθεση με ό,τι νομίζουν οι περισσότεροι από εμάς, η χερσόνησος του Άθω δεν είναι μετα-σοβιετική, είναι εν τη ουσία ρωσική.
Εντούτοις η γεωπολιτική σημασία της επίσκεψης του Ρώσου Προέδρου και του Πατριάρχη της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στο Άγιον Όρος δεν έγκειται στην ενίσχυση της ρωσικής παρουσίας στον Άθω, αλλά έγκειται στη μετάδοση ενός μηνύματος αυτοκρατορικής, ορθόδοξης και βυζαντινής σημασίας ως προς την εξωτερική πολιτική του κράτους και της εκκλησίας, καθώς και ως προς την αποδοχή της αθωνικής αυτοκρατορικής αποστολής και τον αθωνικό θρησκευτικό ζήλο σε αντιδιαστολή με τον δυτικό φιλελευθερισμό και τον «χλιαρό» οικουμενισμό. Οι κοινές συμφωνικές επισκέψεις βυζαντινού τύπου της Κεφαλής του Ρωσικού κράτους και του Πατριάρχη κατευθύνουν μια συμβολική κίνηση προς αυτήν την κατεύθυνση.
Internetsource: http://katehon.com/el/node/29666 (τελευταία επίσκεψη: 29/05/2016). Την απόδοση του κειμένου, καθώς και τις υποσημειώσεις επιμελήθηκε η Αγγελική Γ. Βασιλοπούλου (Φιλόλογος – Τμήμα Φιλοσοφίας ΕΚΠΑ) με την παραχώρηση του ακαδημαϊκού AlexanderDugin (Eπικεφαλής της έδρας Κοινωνιολογίας των Διεθνών Σχέσεων του Τμήματος Κοινωνιολογίας στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας και του Κέντρου Συντηρητικών Μελετών). Οι φωτογραφίες είναι αναδημοσιευμένες από το διαδίκτυο.
[2] Η επικράτηση του ονόματος «Άγιον Όρος» σε χρυσόβουλο έγγραφο επί Αυτοκράτορος Αλέξιου Α’ Κομνηνού (12ος αι.) προς την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας το 1144 έχει ως εξής: «Εφεξής το όνομα του Άθω καλείσθαιΆγιον Όρος παρά πάντων».
[4]Ο Όσιος Αντώνιος, κτίτωρ της Λαύρας των Σπηλαίων, περιόδευσε στις ιερές μονές του Αγίου Όρους, όπως στη μονή του Εσφιγμένου. Το 989 νυμφεύεται την πριγκίπισσα Άννα, αδελφή του βυζαντινού αυτοκράτορα Βασιλείου Β’ (976-1025), συσφίγγοντας έτσι τους πολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς του με το Βυζάντιο.
[6]Η λεγόμενη «διπλωματία των κανονιοφόρων» αφορά τη διπλωματία με επίδειξη της ισχύος.
[8]Ο Γέροντας Σωφρόνιος Ζαχάρωφ, Ρώσος στην καταγωγή, απογοητευμένος από τις ανατολικές θρησκείες στράφηκε στον χριστιανισμό και αποφάσισε να μονάσει στον Αγ. Παντελεήμονα Αγίου Όρους, όπου και ενέγραψε πολλά έργα ασκητικού και θεογνωστικού ενδιαφέροντος.
[10]Ο Όσιος πατήρ Παΐσιος ο Αγιορείτης γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας. Προτού γίνει μοναχός, το μεγαλύτερο διάστημα της στρατιωτικής του θητείας (1945-49) το υπηρέτησε με την ειδικότητα του ασυρματιστή. Πολλές εκδόσεις αφιερωμένες στη ζωή του, τον μνημονεύουν ως «ασυρματιστή του Θεού».