Με αφορμή το μείζον – και τώρα ξεχασμένο- πολιτικό θέμα της προσπάθειας πώλησης όπλων από το Υπ.Εθ.Α σε έναν ψευδοαντιπρόσωπο της Σ. Αραβίας, ήρθε για άλλη μια φορά στην επιφάνεια ένα πραγματικό πρόβλημα της πολιτικής ζωής της χώρας. Η θεσμική μας αντιπολίτευση είναι φαινομενικά ανύπαρκτη. Ακόμα και ένα ζήτημα, που θα μπορούσε να έχει τραγικές συνέπειες για την διεθνή θέση της χώρας μας, δεν κατέστη εφικτό να επιφέρει την παραμικρή πολιτική συνέπεια. Και δεν έχει να κάνει αυτό (μόνο) με την αντιπολιτευτική παρουσία της Νέας Δημοκρατίας και το κατά πόσο αυτή είναι καλή ή κακή. Το θέμα είναι η παρακμή της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης ως αναγκαίου θεσμού μιας Δημοκρατίας.
Ψέμματα, σκάνδαλα, παραβατικότητα, τρομοκρατία, καταστροφές και το απίστευτο περιστατικό απόπειρας πώλησης όπλων σε έναν καταδικασμένο λαθρέμπορο είχαν όλα σαν αποτέλεσμα υψηλούς πολιτικούς τόνους και συζητήσεις επί συζητήσεων. Αλλά μέχρι εκεί. Η αντιπολίτευση δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να εξαργυρώσει σε απτό πολιτικό αντίκρυσμα καμία από τις απανωτές αστοχίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Όχι μόνο τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ παραμένουν αδικαιολόγητα υψηλά δεδομένης της αποτυχίας του, αλλά και η Κυβέρνησή του αυτή καθ’ εαυτή δεν έχει απειληθεί ποτέ μέχρι σήμερα θεσμικά, αφού όλες οι σκέψεις για προτάσεις μομφής, αν όχι της Κυβέρνησης εν συνόλω, τουλάχιστον ορισμένων Υπουργών της, έχουν μείνει στα χαρτιά. Ο λόγος, βέβαια, είναι προφανώς η έλλειψη ομοφωνίας στην αντιπολίτευση, όπου καθένας επιθυμεί να εμμένει στα δικά του μικροκομματικά παιχνίδια, με αποτέλεσμα το Κοινοβούλιο να φαίνεται διχασμένο για πράγματα που, κατά τα λοιπά, όλοι δείχνουν να καταδικάζουν.
Αλλά η αξία της θεσμικής αντιπολίτευσης μέσα σε μια κοινοβουλευτική Δημοκρατία είναι κάτι που ξεπερνάει, ή έτσι θα έπρεπε, τις πολιτικές σκοπιμότητες και βέβαια τα στενά χρονικά πλαίσια μια κακής Κυβέρνησης. Χωρίς ισχυρή αντιπολιτευτική πίεση, ανοίγει ο δρόμος σε κάθε Κυβέρνηση να κάνει όλο και περισσότερο αυτό που θέλει, χωρίς να υπολογίζει το κόστος. Μια ισχυρή, φιλελεύθερη, συντηρητική Δημοκρατία, δεν μπορεί να στηρίζεται στην ευθιξία της εκάστοτε Κυβέρνησης, αλλά πρέπει να μπορεί να απαιτεί από αυτήν, την καλή εκπλήρωση των καθηκόντων της.